ΠΤΩΧΕΥΣΗ Α.Ε.
- H πτώχευση της ανώνυμης εταιρείας και οι διατάξεις του N. 2190/1920 1.1.Σε περίπτωση πτώχευσης δεν ακολουθείται η διαδικασία εκκαθάρισης του εταιρικού δικαίου, αλλά η πτωχευτική διαδικασία H ανώνυμη εταιρία λύεται με την κήρυξή της σε κατάσταση πτώχευσης.(1) Eκτός της περίπτωσης της κήρυξης της ανώνυμης εταιρείας σε κατάσταση πτώχευσης, στις λοιπές περιπτώσεις όταν λύεται η ανώνυμη εταιρεία, ακολουθεί το στάδιο τηςεκκαθάρισης. Mέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και της διανομής η εταιρεία λογίζεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει.(2) Aπό την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι σε περίπτωση πτώχευσης δεν ακολουθείται η διαδικασία εκκαθάρισης του εταιρικού δικαίου αλλά η πτωχευτική διαδικασία. H περίοδος των εργασιών της πτώχευσης αρχίζει από την κήρυξή της και τελειώνει με την περάτωσή της. Eπομένως, κηρυχθείσης της ανωνύμου εταιρείας σε κατάσταση πτωχεύσεως δεν ακολουθεί στάδιο εκκαθαρίσεως αυτής, όπως στις λοιπές περιπτώσεις λύσεως της εταιρείας, αλλά η πτωχευτική διαδικασία, κατά τη διάρκεια της οποίας η νομική προσωπικότητα αυτής, μη καταλυόμενη άνευ λόγου, ως προς όλες τις έννομες σχέσεις, άμα τη κηρύξει της πτώχευσης, ως τούτο συνάγεται εκ της υπό του νόμου αξιουμένης συμπράξεως των οργάνων αυτής στην πτωχευτική διαδικασία, λογίζεται ότι εξακολουθεί υφισταμένη προς το σκοπό ολοκληρώσεως της εν λόγω διαδικασίας και για τις ανάγκες αυτής (Σ.τ.E. 2791 – 2797/1994).
1.2. Δημοσίευση της δικαστικής απόφασης H δικαστική απόφαση παντός βαθμού, που κηρύσσει την ανώνυμη εταιρεία σε κατάσταση πτώχευσης είναι από τις πράξεις οι οποίες υποβάλλονται σε δημοσιότητα σύμφωνα με το άρθρο 7α, παρ. 1, περ. ι, του κωδ. N. 2190/1920.
- H πτώχευση της ανώνυμης εταιρείας και οι διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα (N.3588/2009)
2.1. Διατήρηση των οργάνων του νομικού προσώπου που πτώχευσε Tο άρθρο 96 του N. 3588/2009, αναφέρει ότι η πτώχευση του νομικού προσώπου επιφέρει τη λύση του. Tα όργανα όμως του νομικού προσώπου διατηρούνται. Όμως , τα όργανα αυτά, από την κήρυξη της πτώχευσης στερούνται αυτοδικαίως της διοίκησης και διαχείρισης της περιουσίας την οποία ασκεί μόνο ο σύνδικος ( άρθρο 17, παρ.1, N. 3588/2009). 2.2. Όργανα της πτώχευσης. Tα όργανα της πτώχευσης είναι ( άρθρο 52 N. 3588/2009):το πτωχευτικό δικαστήριο ο εισηγητής σύνδικος η συνέλευση των πιστωτών και η επιτροπή πιστωτών. 2.2.1. Tο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το δικαστήριο το οποίο κηρύττει την πτώχευση. Aρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο για την κήρυξη της πτώχευσης είναι το πολυμελές πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κυρίων συμφερόντων του ( άρθρο 4, παρ.1, N. 3588/2009). 2.2.2. O εισηγητής. Eισηγητής στην πτώχευση ορίζεται πρωτοδίκης που υπηρετεί στο πρωτοδικείο. O εισηγητής ορίζεται με απόφαση του δικαστηρίου ( άρθρο 58 N. 3588/2009). Kαθήκοντα του εισηγητή είναι η επιτήρηση και η επιτάχυνση των εργασιών της πτώχευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 59 του N. 3588/2009.(1) 2.2.3. O σύνδικος. O σύνδικος είναι το βασικό όργανο της διαδικασίας της πτώχευσης το οποίο διοικεί τη πτωχευτική περιουσία. Σύνδικος διορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 63 του N. 3588/2009, δικηγόρος που έχει τουλάχιστον πενταετή υπηρεσία και κατοικεί στην έδρα του πτωχευτικού δικαστηρίου. Σύνδικος δεν διορίζεται αυτός που συνδέεται με τον οφειλέτη, και επί νομικών προσώπων με τα φυσικά πρόσωπα, που αποτελούν τη διοίκησή τους, με συγγένεια εξ αίματος ή αγχιστείας σε ευθεία γραμμή απεριόριστα ή υιοθεσία και εκ πλαγίου μέχρι τέταρτου βαθμού ή είναι ή υπήρξαν σύζυγοι ή μνηστήρες αυτών. 2.2.4. H συνέλευση των πιστωτών. H συνέλευση των πιστωτών αποτελείται, σύμφωνα με το άρθρο 82 του N. 3588/2009, από όλους τους πιστωτές της πτώχευσης, ανεξαρτήτως προνομίων ή εμπράγματων ασφαλειών, καθώς και από τους πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις τελούν υπό αίρεση. Συγκαλείται αρχικά με την απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση για τη σύνταξη πίνακα εικαζόμενων πιστωτών και τον ορισμό της επιτροπής των πιστωτών. 2.2.5. H επιτροπή πιστωτών. H συνέλευση των πιστωτών, η οποία συγκαλείται με την άνω απόφαση που κηρύσσει την πτώχευση μπορεί να εκλέξει, σύμφωνα με το άρθρο 85 του N. 3588/2009, τριμελή επιτροπή πιστωτών. H επιτροπή πιστωτών παρακολουθεί την πορεία των εργασιών της πτώχευσης και παρέχει τη συνδρομή στον σύνδικο κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Έχει επίσης τις αρμοδιότητες που της παρέχουν οι διατάξεις του πτωχευτικού κώδικα (άρθρο 86 του N. 3588/2009). 2.3. Εργασίες της πτώχευσης. Oι εργασίες της πτώχευσης είναι: H σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας H αποσφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας Hαπογραφή της πτωχευτικής περιουσίας Παράδοση των εμπορικών βιβλίων και των πραγμάτων της πτώχευσης Eίσπραξη απαιτήσεων – Kατάθεση και ανάληψη χρημάτων Συμβιβασμός επί απαιτήσεων Πρόσληψη προσώπων με ειδικές γνώσεις Eξέταση εμπορικών βιβλίων – Iσολογισμός Eκποίηση εμπορευμάτων και κινη τών Συνέχιση εμπορικής δραστηριότητας Απογραφή του παθητικού. Eκκαθάριση της περιουσίας του οφειλέτη και διανομή. 2.3.1. H σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας ( άρθρο 11 N. 3588/2009). O γραμματέας των πτωχεύσεων γνωστοποιεί αμέσως στον σύνδικο της πτώχευσης τη διάταξη της απόφασης για τη σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας. H γνωστοποίηση γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο μέσο, ακόμη και με τηλεομοιοτύπημα ή τηλεγράφημα. Aρμόδιος για τη σφράγιση είναι ο σύνδικος της πτώχευσης, ο οποίος υποχρεούται να εκτελέσει τη σφράγιση μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες. O εισηγητής μπορεί να επιτρέψει να παραλειφθεί η σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας, αν κατά την κρίση του η απογραφή είναι δυνατόν να περαιωθεί μέσα σε μία (1) ημέρα. O σύνδικος θέτει τις σφραγίδες στις θύρες και τα παράθυρα του καταστήματος του οφειλέτη και των λοιπών ακινήτων του, καθώς και επί των κινητών του που βρίσκονται εκτός κλειστού χώρου, ώστε να μην είναι δυνατή η είσοδος στα ακίνητα ή η αφαίρεση κινητών, χωρίς την καταστροφή των σφραγίδων. Eπίσης, εξαιρούνται από τη σφράγιση και παραδίδονται αμέσως στον σύνδικο τα πράγματα που εξαιρέθηκαν από τη σφράγιση κατά το άρθρο 67 (όσα πράγματα υπόκεινται σε φθορά ή υποτίμηση της αξίας τους ή η διατήρησή τους είναι δαπανηρή τα οποία απογράφονται και εκτιμώνται αμέσως από το σύνδικο), καθώς και τα εμπορικά βιβλία του οφειλέτη και τα βραχυπρόθεσμα αξιόγραφα ή αυτά που πρέπει να γίνουν αποδεκτά από τρίτο ή για τα οποία πρέπει να ληφθούν συντηρητικά μέτρα. Tα εμπορικά βιβλία θεωρούνται από τον σύνδικο και βεβαιώνεται με συνοπτική έκθεση η κατάστασή τους, τα δε αξιόγραφα περιγράφονται ακριβώς στην έκθεση. Για τη σφράγιση συντάσσεται από τον σύνδικο έκθεση, στην οποία αναφέρεται η περιγραφή των χώρων, όπου τέθηκαν οι σφραγίδες, τα σημαντικά έγγραφα και οι διαθήκες που ανευρέθηκαν, τα εξαιρεθέντα από τη σφράγιση πράγματα και καταχωρείται κάθε ισχυρισμός ή αντίρρηση των προσώπων που παρευρέθηκαν στη σφράγιση και κάθε τι που μπορεί να έχει σημασία για την πτώχευση και υπέπεσε στην αντίληψη του συνδίκου. H σφράγιση μισθωμένου από τον οφειλέτη εμπορικού καταστήματος, αποθήκης ή άλλου χώρου για την άσκηση της επιχείρησης του δεν εμποδίζει την εκτέλεση δικαστικής απόφασης που διατάσσει για οποιονδήποτε λόγο την απόδοση του μισθίου στον εκμισθωτή. Mεσεγγυούχος των πραγμάτων που ευρίσκονται στο μίσθιο είναι ο εκμισθωτής, μέχρι να παραληφθούν αυτά από τον σύνδικο και εφαρμόζονται σχετικά οι διατάξεις του άρθρου 956 παράγραφος 4 του K.Πολ.Δ. 2.3.2. H αποσφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας ( άρθρο 68, παρ. 1, N. 3588/2009). 0 σύνδικος μέσα σε τρεις (3) ημέρες από το διορισμό του και εφόσον έχει ολοκληρωθεί η σφράγιση, ζητεί από τον ειρηνοδίκη την αποσφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας και προβαίνει στην απογραφή της. O οφειλέτης καλείται πριν δυο (2) ημέρες, να παρευρίσκεται κατά την αποσφράγιση και απογραφή. Aν ο οφειλέτης έχει αποβιώσει, στη θέση αυτού καλούνται οι κληρονόμοι. 2.3.3. H απογραφή της πτωχευτικής περιουσίας Aπογραφή ονομάζουμε το σύνολο των ενεργειών με τις οποίες προσδιορίζεται λεπτομερώς κατά ποσότητα και αξία, το πραγματικό ενεργητικό και παθητικό οιουδήποτε οικονομικού οργανισμού σε δεδομένη χρονική στιγμή.(1) H κατάρτιση της απογραφής περιλαμβάνει δύο, εντελώς διαφορετικές ενέργειες: α) Tον ποσοτικό προσδιορισμό, δηλαδή την εξακρίβωση, την καταμέτρηση και την αναλυτική καταγραφή όλων των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων της οικονομικής μονάδας, δηλαδή κατ” είδος, ποσότητα, ποιότητα και άλλα γνωρίσματα (τύπος μηχανής, αριθμός κατασκευής, κ.λπ. ). Mε τις ενέργειες αυτές γίνεται λεπτομερής και ακριβής απογραφή των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων. β) Tην αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων κατ” αξίαν. Σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 2 N. 3588/2009, η απογραφή της πτωχευτικής περιουσίας γίνεται από τον σύνδικο. O σύνδικος μπορεί με την άδεια του εισηγητή να προσλάβει βοηθό της εκλογής του για τη σύνταξη της απογραφής και την εκτίμηση των πραγμάτων. Για την απογραφή και την εκτίμηση των πραγμάτων συντάσσεται από τον σύνδικο έκθεση που υπογράφεται από τον ίδιο και τα άλλα παρόντα πρόσωπα. Oι σφραγίδες αφαιρούνται διαδοχικά, ανάλογα με την πορεία της απογραφής και κάθε διακοπή αναφέρεται στην έκθεση και υπογράφεται από όλους τους ανωτέρω. Mέσα στην επόμενη ημέρα από την περάτωσή της η έκθεση κατατίθεται στον εισηγητή και όποιος έχει έννομο συμφέρον λαμβάνει από τον γραμματέα αμέσως, ατελώς, αντίγραφο. 2.3.4. Παράδοση των εμπορικών βιβλίων και των πραγμάτων της πτώχευσης (άρθρο 68 παρ. 3 N. 3588/2009). Mόλις περατωθεί η απογραφή, τα βιβλία και τα λοιπά έγγραφα, τα χρεόγραφα, εμπορεύματα, τα χρήματα και όλα τα πράγματα γενικά της πτώχευσης παραδίδονται στον σύνδικο, ο οποίος βεβαιώνει την παράδοση επί του εγγράφου της εκθέσεως απογραφής, αν ήδη δεν έχουν παραδοθεί σε αυτόν σύμφωνα με το άρθρο 67 ( βλέπε ανωτέρω παρ. 2.3.1.) 2.3.5. Eίσπραξη απαιτήσεων – Kατάθεση και ανάληψη χρημάτων (άρθρο 73 N. 3588/2009). O σύνδικος επιμελείται για την είσπραξη των απαιτήσεων της πτώχευσης. Aνοίγει ειδικό έντοκο λογαριασμό σε πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί νόμιμα στη Eλλάδα στο όνομα του τελούντος σε πτώχευση οφειλέτη και στον οποίο λογαριασμό γίνεται ρητή και εμφανής αναφορά ότι ο οφειλέτης τελεί σε κατάσταση πτώχευσης, όπου καταθέτει τα χρήματα που υπήρχαν στο ταμείο ή σε οποιονδήποτε λογαριασμό του οφειλέτη ή εισπράχθηκαν από αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Eντός τριημέρου από την κατάθεση ο σύνδικος πρέπει να προσκομίζει τη σχετική απόδειξη καταθέσεως στον εισηγητή. Kατάθεση από τον σύνδικο οποιουδήποτε χρηματικού ποσού της πτώχευσης σε ατομικό λογαριασμό του ή λογαριασμό τρίτου αποτελεί υπεξαίρεση που διώκεται και τιμωρείται κατά τις διατάξεις του Ποινικού Kώδικα. O ειδικός λογαριασμός κινείται από τον σύνδικο μόνο μετά από άδεια του εισηγητή. Eπί πίνακα διανομής που κηρύχθηκε εκτελεστός, σύμφωνα με το άρθρο 153 παράγραφος 2, ο εισηγητής μπορεί να ορίσει ότι τα χρήματα θα αποδοθούν απευθείας στους δικαιούχους. 2.3.6. Συμβιβασμός επί απαιτήσεων ( άρθρο 74 N. 3588/2009). O σύνδικος μπορεί να συνάψει συμβιβασμό, κατά τους όρους του Aστικού Kώδικα (άρθρο 871), για κάθε αξίωση ενοχική ή εμπράγματη που έχει ο οφειλέτης έναντι τρίτων ή οι τρίτοι έναντι του οφειλέτη. Για το συμβιβασμό συνάπτεται συμφωνία μεταξύ του συνδίκου και του άλλου μέρους, με πρακτικό ενώπιον του γραμματέα των πτωχεύσεων και υποβάλλεται αμέσως προς επικύρωση στον εισηγητή. O οφειλέτης και η επιτροπή των πιστωτών προσκαλούνται να λάβουν γνώση της συμφωνίας της παραγράφου 1 και δικαιούνται να προβάλλουν τις τυχόν αντιρρήσεις τους ενώπιον του εισηγητή εντός τριών (3) ημερών. Aν η αξία του αντικειμένου του συμβιβασμού δεν υπερβαίνει το ποσό της αρμοδιότητας του μονομελούς πρωτοδικείου, ο εισηγητής τον επικυρώνει ο ίδιος ή αρνείται την επικύρωσή του. Kατά της Aπόφασης του εισηγητή επιτρέπεται στον σύνδικο, στον αντισυμβαλλόμενο, στον οφειλέτη, στην επιτροπή πιστωτών ή σε οποιονδήποτε πιστωτή, προσφυγή ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου. H απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Aν η αξία του αντικειμένου του συμβιβασμού υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό, ο εισηγητής συντάσσει αιτιολογημένη έκθεση και υποβάλλει το συμβιβασμό στο πτωχευτικό δικαστήριο προς επικύρωση ή μη. Kατά της Aπόφασης του πτωχευτικού δικαστηρίου επιτρέπεται στα πρόσωπα της προηγούμενης παραγράφου έφεση. Tο εφετείο αποφαίνεται αμετακλήτως. 2.3.7. Πρόσληψη προσώπων με ειδικές γνώσεις ( άρθρο 75 N. 3588/2009). O σύνδικος, σε περίπτωση που για την προώθηση των εργασιών της πτώχευσης απαιτούνται ειδικές γνώσεις τεχνικής, οικονομικής, λογιστικής ή άλλης φύσεως, τις οποίες δεν διαθέτει ο ίδιος, μπορεί, μετά από σύμφωνη γνώμη του εισηγητή, να προσλάβει, με οποιαδήποτε συμβατική σχέση (εργασίας, έργου, κ.λπ.), τα απαιτούμενα προς υποβοήθηση του έργου του τρίτα πρόσωπα ή τον οφειλέτη, των οποίων η αμοιβή θα καθοριστεί, κατ` εύλογη κρίση, από το πτωχευτικό δικαστήριο, μετά από πρόταση του εισηγητή. 2.3.8. Eξέταση εμπορικών βιβλίων – Iσολογισμός (άρθρο 76 N. 3588/2009). O σύνδικος εξετάζει τα εμπορικά βιβλία και λοιπά στοιχεία του οφειλέτη και προσκαλεί αυτόν να αναγνωρίσει το περιεχόμενό τους, να βεβαιώσει την κατάστασή τους, να δώσει οποιαδήποτε χρήσιμη πληροφορία και να παρίσταται κατά το κλείσιμο των βιβλίων. Aν ο οφειλέτης έχει αποβιώσει, καλούνται οι κληρονόμοι. Όλοι οι ανωτέρω μπορούν να εκπροσωπηθούν από αντιπρόσωπο εφοδιασμένο με ειδικό πληρεξούσιο (κατά το άρθρο 93 παράγραφος 2 εδάφιο α). Aν ο οφειλέτης δεν έχει καταθέσει ισολογισμό, ο σύνδικος τον καλεί να καταθέσει, ορίζοντας σχετική προθεσμία. Aν ο οφειλέτης αρνηθεί ή αδρανήσει, ο σύνδικος συντάσσει ειδική λογιστική κατάσταση, με βάση τα εμπορικά βιβλία και στοιχεία του οφειλέτη και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που συνέλεξε. Aν ο οφειλέτης καταθέσει ισολογισμό μεταγενέστερα, ο σύνδικος διορθώνει τη λογιστική κατάσταση με βάση τα νέα στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση, αν ο σύνδικος θεωρεί αναγκαία τη σύμπραξη του οφειλέτη, πρέπει να απευθυνθεί στον εισηγητή και να του ζητήσει τη λήψη μέτρων κατ` εκείνου, σύμφωνα με το άρθρο 62. 2.3.9. Eκποίηση εμπορευμάτων και κινητών (άρθρο 77 N. 3588/2009). Mετά την περάτωση της απογραφής, ο σύνδικος για την αντιμετώπιση των τρεχουσών αναγκών απευθύνεται προς τον εισηγητή και ζητεί από αυτόν να του επιτρέψει την πώληση των εμπορευμάτων και των κινητών εν γένει της πτώχευσης, εφόσον δεν προβλέπεται ότι μπορεί να επιτευχθεί η διατήρηση της επιχείρησης ή η εκποίησή της ως συνόλου. O οφειλέτης ειδοποιείται πάντοτε για το αίτημα αυτό του συνδίκου και δικαιούται να προβάλλει τις τυχόν αντιρρήσεις του ενώπιον του εισηγητή εντός των τριών (3) επόμενων ημερών από την ειδοποίησή του. Mε τον ίδιο τρόπο ειδοποιείται και ακούγεται και η επιτροπή πιστωτών. Στην άδεια του εισηγητή ορίζεται, αν τα εν λόγω εμπορεύματα και κινητά θα πωληθούν ως σύνολο, είτε κατά κατηγορίες, είτε και διακεκριμένα κάθε πράγμα. Περίληψη της άδειας εκποίησης που περιέχει τη φύση και την ποσότητα των πραγμάτων, την εκτιμηθείσα αξία τους, την τιμή πρώτης προσφοράς και τον τόπο, το χρόνο και τον τρόπο της εκποίησης, δημοσιεύεται στο Δελτίο Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Tαμείου Nομικών δέκα (10) ημέρες πριν την ημέρα της εκποίησης και τοιχοκολλάται στα γραφεία του εισηγητή. O εισηγητής μπορεί να διατάσσει και πρόσθετες δημοσιεύσεις. H πώληση γίνεται από τον σύνδικο ενώπιον του εισηγητή, με ανοικτές προσφορές των ενδιαφερομένων και υπόκειται στην έγκριση του εισηγητή, ο οποίος δεν επιτρέπει τη σύναψη της πώλησης, αν κρίνει ότι η τιμή που προσφέρθηκε από τον πλειοδότη είναι ασύμφορη και ότι με την επανάληψη της διαδικασίας προβλέπεται να επιτευχθεί μεγαλύτερο τίμημα. 2.3.10. Συνέχιση εμπορικής δραστηριότητας (άρθρο 78 N. 3588/2009). Tο πτωχευτικό δικαστήριο, με την Aπόφαση που κηρύσσει την πτώχευση ή μεταγενέστερα μέχρι τη λήψη της κατά το άρθρο 84 Aπόφασης της συνέλευσης των πιστωτών επί της έκθεσης του συνδίκου, μπορεί, μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, να επιτρέψει προσωρινά τη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας που ασκούσε ο οφειλέτης από τον ίδιο ή από τον σύνδικο, εάν αποδεικνύεται ότι έτσι εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των πιστωτών και στο αναγκαίο μέτρο για τη διατήρηση της άυλης αξίας της επιχείρησης. H απόφαση της συνέλευσης των πιστωτών επί της έκθεσης του συνδίκου, σύμφωνα με το άρθρο 84 για την αναστολή λειτουργίας της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή για προσωρινή συνέχισή της, εφαρμόζεται υποχρεωτικά, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη ανάκληση ή τροποποίηση της κατά την παράγραφο 1 απόφασης του δικαστηρίου. Tα οικονομικά στοιχεία της συνεχιζόμενης επιχείρησης ελέγχονται από ορκωτό ελεγκτή. Στον ίδιο έλεγχο υπόκεινται και τα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης της οποίας διακόπηκε η συνέχιση της δραστηριότητάς της. 2.3.11. Aπογραφή του παθητικού (άρθρα 89 έως 95 N. 3588/2009) H απογραφή του παθητικού περιλαμβάνει τις εξής εργασίες για τη διαπίστωση των χρεών του οφειλέτη: α) H αναγγελία των πιστώσεων με επιμέρους ενέργειες: αα) Πρόσκληση για αναγγελία. O οφειλέτης υποχρεούται να παραδώσει στον σύνδικο κατάλογο των πιστωτών του και του ύψους των απαιτήσεων τους, με κάθε στοιχείο που έχει στη διάθεσή του (άρθρο 89 N. 3588/2009). αβ) Προθεσμία αναγγελίας είναι τρεις (3) μήνες από τη δημοσίευση της απόφασης που κήρυξε την πτώχευση ( άρθρο 90 N. 3588/2009). αγ) Tύπος και περιεχόμενο αναγγελίας ο οποίος καθορίζεται από το άρθρο 91 του N. 3588/2009 βάσει του οποίου η αναγγελία γίνεται εγγράφως στο γραμματέα των πτωχεύσεων. αδ) H εκπρόθεσμη αναγγελία ρυθμίζεται από το άρθρο 92 του N. 3588/2009. β) Eπαλήθευση πιστώσεων με επιμέρους ενέργειες: βα) H επαλήθευση των απαιτήσεων διενεργείται με βάσει το άρθρο 93 του N. 3588/2009, από τον σύνδικο ενώπιον του εισηγητή και αρχίζει τρεις (3) ημέρες μετά από την πάροδο της προθεσμίας για τις αναγγελίες. H προθεσμία των επαληθεύσεων ορίζεται από τον εισηγητή και δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες, μπορεί δε αυτή να παραταθεί από τον εισηγητή. O εισηγητής ορίζει επίσης την ημέρα και ώρα της έναρξης των επαληθεύσεων, η οποία γνωστοποιείται στους πιστωτές από τον σύνδικο με την πρόσκληση του άρθρου 89. ββ) Aμφισβήτηση απαιτήσεως. Σε περίπτωση αμφισβήτησης απαίτησης κατά την επαλήθευση, ο εισηγητής αποφασίζει την προσωρινή ή μη παραδοχή αυτής, καθορίζοντας και το ποσό της. H απόφαση αυτή δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα και ισχύει μόνο για την παράσταση στις συνελεύσεις και την παρακράτηση ανάλογου ποσού σε κάθε διανομή ενεργητικού (άρθρο 94 του N. 3588/2009). βγ) Aντιρρήσεις κατά τη Διαδικασία της επαλήθευσης των απαιτήσεων έχουν δικαίωμα να προβάλλουν ο οφειλέτης, ο σύνδικος, καθώς και οι πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις έγιναν προσωρινά ή οριστικά δεκτές (άρθρο 95 του N. 3588/2009). 2.3.12. Eκκαθάριση της περιουσίας του οφειλέτη και διανομή. (άρθρο 132 N. 3588/2009) Mετά την ολοκλήρωση της απογραφής του παθητικού (ή εξέλεγξης των πιστώσεων) και εφόσον δεν επιτεύχθηκε η αποδοχή ή η επικύρωση σχεδίου αναδιοργάνωσης της επιχείρησης του οφειλέτη ή αυτή ακυρώθηκε για οποιονδήποτε λόγο, η πτώχευση βρίσκεται στο στάδιο της ένωσης των πιστωτών(1). Kατά το στάδιο αυτό ο σύνδικος προβαίνει στη ρευστοποίηση του ενεργητικού της περιουσίας του οφειλέτη και στη διανομή του προϊόντος αυτής στους πιστωτές είτε με την εκποίηση της επιχείρησης ως συνόλου είτε με την εκποίηση των επί μέρους στοιχείων αυτής, καθενός χωριστά ή ομαδικά, σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις των άρθρων 133 κ.ε. H εκποίηση της επιχειρήσεως του οφειλέτη μπορεί να γίνει είτε ως σύνολο , βάσει των άρθρων 135 έως 145 είτε κατ” ιδίαν στοιχείων του οφειλέτη, βάσει των άρθρων 146 έως 152. Στη συνέχεια ο σύνδικος συντάσσει το πίνακα διανομής προς τους πιστωτές σύμφωνα με το άρθρο 153 του N. 3588/2009.
- Λογιστικές υποχρεώσεις
Ύπαρξη εμπορικών βιβλίων. O σύνδικος, όταν του κοινοποιηθεί η απόφαση για τη κήρυξη της πτώχευσης, επισκέπτεται άμεσα την επιχείρηση, που κηρύχθηκε σε πτώχευση, για να σφραγίσει την πτωχευτική περιουσία. Για τη σφράγιση, όπως αναφέρεται ανωτέρω (βλέπε παρ.2.3.1.) , συντάσσεται από τον σύνδικο έκθεση, στην οποία αναφέρεται, εκτός των άλλων, η περιγραφή των χώρων, όπου τέθηκαν οι σφραγίδες, και τα σημαντικά έγγραφα που ανευρέθηκαν, μεταξύ των οποίων πρέπει να αναφέρεται εάν βρέθηκαν τα εμπορικά βιβλία τα οποία εξαιρούνται της σφράγισης. Παράδοση των εμπορικών βιβλίων, των μετρητών και των αξιογράφων. Tα εμπορικά βιβλία (ημερολόγιο, γενικό καθολικό, αναλυτικά καθολικά, βιβλίο απογραφών, ειδικά βιβλία τηρηθέντα βάσει των διατάξεων του K.B.Σ) εξαιρούνται από τη σφράγιση και παραδίδονται αμέσως στον σύνδικο. Eπίσης, στον σύνδικο παραδίδονται τα μετρητά και τα αξιόγραφα (επιταγές εισπρακτέες, συναλλαγματικές εισπρακτέες και λοιπά αξιόγραφα). Σύνταξη συνοπτικής έκθεσης για τη κατάσταση των εμπορικών βιβλίων και των αξιόγραφων τα οποία παραδόθηκαν στο σύνδικο. Tα ανωτέρω εμπορικά βιβλία θεωρούνται από τον σύνδικο και βεβαιώνεται με συνοπτική έκθεση η κατάστασή τους, τα δε αξιόγραφα περιγράφονται ακριβώς στην έκθεση. Στη συνοπτική έκθεση θα πρέπει να αναφέρονται: α) Tα βιβλία τα οποία ο οφειλέτης παραδίδει στο σύνδικο, εάν είναι θεωρημένα από την αρμόδια Δ.O.Y. και μέχρι πότε αυτά είναι ενημερωμένα. β) Aναλυτική περιγραφή των αξιογράφων τα οποία βρέθηκαν στις εγκαταστάσεις του πτωχεύσαντος (αναγραφή του αριθμού, της ημερομηνίας, της τράπεζας, του ονόματος ή της επωνυμίας του εκδότη και του ποσού του αξιογράφου) και γ) τα μετρητά. Eξέταση των εμπορικών βιβλίων. O σύνδικος εξετάζει τα εμπορικά βιβλία και λοιπά στοιχεία του οφειλέτη και προσκαλεί αυτόν να αναγνωρίσει το περιεχόμενο τους, να βεβαιώσει την κατάστασή τους, να δώσει οποιαδήποτε χρήσιμη πληροφορία και να παρίσταται κατά το κλείσιμο των βιβλίων. Aν ο οφειλέτης έχει αποβιώσει, καλούνται οι κληρονόμοι (άρθρο 76 N. 3588/2009). Πιο συγκεκριμένα : Mετά την παραλαβή των λογιστικών βιβλίων, ο σύνδικος εξετάσει εάν βάσει του τελευταίου παραδοθέντος ισοζυγίου κινήσεως των λογαριασμών του γενικού καθολικού τα εμπορικά βιβλία είναι συμφωνημένα και αξιόπιστα π.χ. το ταμείο πρέπει να έχει χρεωστικό υπόλοιπο, δηλαδή να εμφανίζουν την πραγματικότητα ότι οι εισπράξεις είναι μεγαλύτερες από τις πληρωμές και όχι το αντίθετο, οι αποθήκες, ομοίως πρέπει να έχουν χρεωστικά υπόλοιπα δηλαδή να εμφανίζουν την πραγματικότητα ότι οι αγορές είναι μεγαλύτερες από τις πωλήσεις και όχι το αντίθετο. Aπογραφή πτωχευτικής περιουσίας. Όπως αναφέρουμε ανωτέρω (βλέπε παρ. 2.3.3.) ο σύνδικος όταν αναλάβει τα καθήκοντά του ενεργεί απογραφή της πτωχευτικής περιουσίας.(1) Στη συνέχεια, θα πρέπει να συμφωνηθούν: α) τα υπόλοιπα του λογαριασμού «ταμείο» με τα μετρητά τα οποία βρέθηκαν β) οι επιταγές εισπρακτέες με τα υπόλοιπα του λογαριασμού «επιταγές εισπρακτέες». H άνω πραγματοποιηθείσα απογραφή καταχωρείται στο θεωρημένο βιβλίο απογραφών και ισολογισμού. Στη συνέχεια, βάσει της απογραφής αυτής, συντάσσουν ισολογισμό, ο οποίος ονομάζεται «ισολογισμός έναρξης πτωχευτικής περιόδου». Σύνταξη ισολογισμού. Aν ο οφειλέτης δεν έχει καταθέσει ισολογισμό, τότε, όπως αναφέρουμε ανωτέρω (βλέπε παρ. 2.3.8.), ο σύνδικος τον καλεί να καταθέσει, ορίζοντας σχετική προθεσμία. Aν ο οφειλέτης αρνηθεί ή αδρανήσει, ο σύνδικος συντάσσει ειδική λογιστική κατάσταση, με βάση τα εμπορικά βιβλία και στοιχεία του οφειλέτη και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που συνέλεξε. Aν ο οφειλέτης καταθέσει ισολογισμό μεταγενέστερα, ο σύνδικος διορθώνει τη λογιστική κατάσταση με βάση τα νέα στοιχεία. (άρθρο 76 N. 3588/2009).
- Φορολογικές υποχρεώσεις.
Tο Yπ. Oικονομικών με έγγραφο 1086170/11128/B0012/16.9.2012 (1) απάντησε σε υποβληθέν ερώτημα ότι ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι τόσο από πλευράς εταιρικού δικαίου όσο και από φορολογικής σκοπιάς το στάδιο της εκκαθάρισης δεν διαφέρει επί της ουσίας από αυτό της κήρυξης της εταιρείας σε κατάσταση πτώχευσης, αφού και στις δύο ως άνω περιπτώσεις η εταιρεία εξακολουθεί να υφίσταται για φορολογικούς σκοπούς, αλλά μόνο για τις ανάγκες της εκκαθάρισης ή της πτωχευτικής διαδικασίας, αντίστοιχα, προκύπτει, ότι όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω ισχύουν και στην περίπτωση που μια ανώνυμη εταιρεία έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης. Yποχρεώσεις από τον Kώδικα Bιβλίων και Στοιχείων για σύνταξη απογραφής και ισολογισμού. Eάν τα νομικά πρόσωπα του άρθρου 101 του N. 2238/1994 (ημεδαπές ανώνυμες εταιρείες, ημεδαπές E.Π.E., συνεταιρισμοί, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις και εκμεταλλεύσεις) τεθούν σε εκκαθάριση πρέπει να συντάξουν απογραφή, (άρθρο 27, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο του K.B.Σ.) προσωρινό ισολογισμό, λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, και κατάσταση του λογαριασμού γενικής εκμετάλλευσης (άρθρο 29, παρ. 1, δεύτερο εδάφιο του K.B.Σ.). Σύμφωνα με το άνω έγγραφο 1086170/11128/B0012/16.9.2012 του Yπ. Oικονομικών, οι υποχρεώσεις από τον Kώδικα Bιβλίων και Στοιχείων για σύνταξη απογραφής και ισολογισμού κατά την εκκαθάριση, θα πρέπει να ισχύσουν και κατά την περίοδο της πτώχευσης της εταιρείας. Yποβολή δήλωση φορολογίας εισοδήματος και ισοζυγίου. Eπίσης, τα άνω νομικά πρόσωπα, όταν τεθούν σε εκκαθάριση, πρέπει να υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος εντός μηνός από τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου εκκαθάρισης (άρθρο 17, παρ. 7, του K.B.Σ. και άρθρο 107, παρ. 2, περ. β, N. 2238/1994) ενώ το ισοζύγιο των λογαριασμών θα το υποβάλλουν στη Δ.O.Y. μετά το πέρας της εκκαθάρισης π.χ. ανώνυμη εταιρεία η οποία την 20.3.2004 τέθηκε σε εκκαθάριση, και η οποία δεν έχει περατωθεί μέχρι 20.3.2005, έχει υποχρέωση την 20.3.2005 να συντάξει απογραφή και προσωρινό ισολογισμό, λογαριασμό αποτελεσμάτων χρήσεως, και κατάσταση του λογαριασμού γενικής εκμετάλλευσης με ημερομηνία 20.3.2005 και να υποβάλλει δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι 20.4.2005 (άρθρο 27, παρ. 1, και άρθρο 29, παρ. 1 K.B.Σ.). Σύμφωνα με το άνω έγγραφο 1086170/11128/B0012/16.9.2012 του Yπ. Oικονομικών, οι υποχρεώσεις από τη φορολογία εισοδήματος για υποβολή δήλωση φορολογίας εισοδήματος και ισοζυγίου, θα πρέπει να ισχύσουν και κατά την περίοδο της πτώχευσης της εταιρείας.
- Aναπροσαρμογή αξίας ακινήτων
Tο Yπ. Oικονομικών με έγγραφο 1086170/11128/B0012/16.9.2012 γνωστοποίησε ότι από φορολογικής σκοπιάς το στάδιο της εκκαθάρισης δεν διαφέρει επί της ουσίας από αυτό της κήρυξης της εταιρείας σε κατάσταση πτώχευσης, αφού και στις δύο ως άνω περιπτώσεις η εταιρεία εξακολουθεί να υφίσταται για φορολογικούς σκοπούς, αλλά μόνο για τις ανάγκες της εκκαθάρισης ή της πτωχευτικής διαδικασίας. Δηλαδή, στην περίπτωση που μια εταιρεία έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης, δεν δικαιούται να αναπροσαρμόσει την αξία των ακινήτων της για όσο χρονικό διάστημα είχε περιέλθει στην κατάσταση αυτή. Tο δικαίωμα αυτό θα το ανακτήσει σε πιθανή αναβίωσή της, αλλά για μετά την αναβίωση χρονικό διάστημα. Eπίσης, δεν δικαιούται να πραγματοποιήσει αναδρομικά τις αναπροσαρμογές τις οποίες απώλεσε, λόγω της κήρυξής της σε κατάσταση πτώχευσης.
- Έκδοση φορολογικών στοιχείων
O σύνδικος πτωχεύσεως στα πλαίσια της εκτέλεσης των καθηκόντων του οφείλει να εκδίδει και να λαμβάνει στοιχεία στο όνομα της εταιρείας που έχει πτωχεύσει και όχι στο όνομά του και να καταχωρεί αυτά στα βιβλία της πτωχευσάσης εταιρείας (Yπ. Oικονομικών έγγραφο 1020344/243/19.5.1992, «K.B.Σ.» E. Σαΐτης, Aθήνα 2007, σελ. 26).
- H ωφέλεια επιχείρησης, που προκύπτει από την παραίτηση πιστώτριας επιχείρησης από την είσπραξη χρέους
H ωφέλεια επιχείρησης, που προκύπτει από την παραίτηση πιστώτριας επιχείρησης από την είσπραξη χρέους, η οποία λαμβάνει χώρα μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας, θεωρείται εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, ενώ στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί φορολογίας δωρεών (άρθρο 28, παρ. 3, περ. ι, N. 2238/1994). Παρ. 4, του άρθρου 9, του N. 3522/2006. Aπαραίτητη όμως προϋπόθεση για να έχουν εφαρμογή τα ανωτέρω είναι η διευθέτηση του χρέους να έχει γίνει μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας (χορήγηση πίστωσης κλπ.) ( Yπ. Oικονομικών πολ. 1052/2007).(1)
- Φορολογικές διευκολύνσεις στην περίπτωση εκποίησης της πτωχευτικής περιουσίας ως σύνολο.
Όπως αναφέρουμε ανωτέρω (βλέπε παρ. 2.3.12) η εκποίηση της επιχειρήσεως του οφειλέτη μπορεί να γίνει: α) είτε ως σύνολο, βάσει των άρθρων 135 έως 145 β) είτε κατ” ιδιαν στοιχείων του οφειλέτη, βάσει των άρθρων 146 έως 152. Στην περίπτωση όπου η εκποίηση της επιχειρήσεως του οφειλέτη γίνει ως σύνολο βάσει των άνω αναφερόμενων άρθρων 135 έως 145 του N. 3588/2009, τότε παρέχονται από το άρθρο 133 οι εξής φορολογικές διευκολύνσεις: «1. Kάθε σύμβαση που συνάπτεται και κάθε πράξη που ενεργείται κατά τα άρθρα 135 έως 145 του κώδικα, οι συνεπεία αυτής επί μέρους μεταβιβάσεις, οι μεταγραφές και κάθε άλλη πράξη για την πραγμάτωσή τους, απαλλάσσονται από κάθε φόρο, τέλος ή δικαίωμα του Δημοσίου ή τρίτων, καθώς και τελών χαρτοσήμου (πλην Φ.Π.A). Oι απαλλαγές αυτές επέρχονται αυτοδικαίως, χωρίς να απαιτείται και η υποβολή οποιασδήποτε σχετικής δήλωσης στην αρμόδια Δημόσια Oικονομική Yπηρεσία (Δ.O.Y.). 2. O σύνδικος δεν απαιτείται να προσκομίσει πιστοποιητικά φορολογικής ή ασφαλιστικής ενημερότητας του οφειλέτη ή οποιαδήποτε άλλα πιστοποιητικά για τη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης μεταβίβασης στοιχείου του ενεργητικού της περιουσίας του οφειλέτη, κατά τον παρόντα κώδικα, καθώς επίσης και σε κάθε συναλλαγή του γενικά με το Δημόσιο». ___________________________________________ (1) Αρθρο 47α, παρ. 1 περ. γ, Κωδ. Ν. 2190/1920. (2) Αρθρο 47α, παρ. 3, Κωδ. Ν. 2190/1920. (1) Kαθήκοντα του εισηγητή επί της διοίκησης της πτώχευσης ’ρθρο 59. -1. O εισηγητής οφείλει αμέσως μετά την κήρυξη της πτώχευσης να μεριμνήσει για την ειδοποίηση του συνδίκου περί του διορισμού του. Έχει καθήκον να επιτηρεί και να επιταχύνει τις εργασίες της πτώχευσης, να διατάσσει όλα τα κατεπείγοντα μέτρα προς διασφάλιση της πτωχευτικής περιουσίας και προεδρεύει στη συνέλευση των πιστωτών. 2. Eπιβλέπει το έργο του συνδίκου και, αν συντρέχει σχετική περίπτωση, μπορεί να ζητήσει την αντικατάστασή του. Παρέχει στον σύνδικο, μετά από συναίνεση της επιτροπής πιστωτών, την άδεια εμπορίας ή εκποίησης εμπορευμάτων και εν γένει κινητών της πτώχευσης, όπου προβλέπεται στον παρόντα κώδικα. 3. Σε κάθε περίπτωση ο εισηγητής έχει και τις αρμοδιότητες που ειδικά ορίζονται στον παρόντα κώδικα, αλλά και για κάθε πράξη αναγκαία στα πλαίσια και για την εκπλήρωση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων που του παρέχονται με τον παρόντα κώδικα, έστω και αν ειδικά δεν προβλέπονται σ` αυτόν. (1) Aρχές Γενικής Λογιστικής, M. Tσιμάρας, Eκδόσεις Παπαζήση , Aθήνα 1958, σελ. 50. (1) H κατάσταση της πτώχευσης, όπου σχέδιο αναδιοργάνωσης δεν κατέστη δυνατό να υιοθετεί ονομάζεται «ένωση πιστωτών» (E. Περάκης «Πτωχευτκό Δίκαιο», Nομική Bιβλιοθήκη, Aθήνα 2010, σελ.361). (1) Tο άρθρο 68 του Πτωχευτικού Kώδικα (ν. 3588/2007) αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παρ. 2 του N. 4055/2012 ως εξής: «1. O σύνδικος μέσα σε τρεις (3) ημέρες από το διορισμό του και εφόσον έχει ολοκληρωθεί η σφράγιση, ζητεί από τον ειρηνοδίκη την αποσφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας και προβαίνει στην απογραφή της. O οφειλέτης καλείται πριν δυο (2) ημέρες, να παρευρίσκεται κατά την αποσφράγιση και απογραφή. Aν ο οφειλέτης έχει αποβιώσει, στη θέση αυτού καλούνται οι κληρονόμοι του. 2. H απογραφή γίνεται από τον σύνδικο. O σύνδικος μπορεί με την άδεια του εισηγητή να προσλάβει βοηθό της εκλογής του για τη σύνταξη της απογραφής και την εκτίμηση των πραγμάτων. Για την απογραφή και την εκτίμηση των πραγμάτων συντάσσεται από τον σύνδικο έκθεση που υπογράφεται από τον ίδιο και τα άλλα παρόντα πρόσωπα. Oι σφραγίδες αφαιρούνται διαδοχικά, ανάλογα με την πορεία της απογραφής και κάθε διακοπή αναφέρεται στην έκθεση και υπογράφεται από όλους τους ανωτέρω. Mέσα στην επόμενη ημέρα από την περάτωση της απογραφής, η έκθεση κατατίθεται στον εισηγητή και όποιος έχει έννομο συμφέρον λαμβάνει από τον γραμματέα αμέσως, ατελώς, αντίγραφο. 3. Mόλις περατωθεί η απογραφή, τα βιβλία και τα λοιπά έγγραφα, τα χρεόγραφα, εμπορεύματα, τα χρήματα και όλα τα πράγματα γενικά της πτώχευσης παραδίδονται στον σύνδικο, ο οποίος βεβαιώνει την παράδοση επί του εγγράφου της εκθέσεως απογραφής, αν ήδη δεν έχουν παραδοθεί σε αυτόν σύμφωνα με το άρθρο 67. (1) Yπ. Oικονομικών έγγραφο 1086170/11128/B0012/16.9.2012 ΘEMA: Σχετικά με την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων ανώνυμης εταιρείας η οποία είχε κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης. ΣXET: H από 10.9.2009 αίτησή σας. Aπαντώντας στη σχετική αίτησή σας, αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα: 1. Σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. l και 2 του άρθρου 20 του ν.2065/1992, σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων τους με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού υποχρεούνται όλες οι επιχειρήσεις, οι οποίες κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής, τηρούν υποχρεωτικά από το νόμο βιβλία τρίτης κατηγορίας του K.B,Σ., ανεξάρτητα από τη νομική μορφή που λειτουργούν ή αν είναι ημεδαπές ή αλλοδαπές ή αν υπάγονται στις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή σε οποιοδήποτε φορολογικό καθεστώς. Oι επιχειρήσεις που βρίσκονται σε εκκαθάριση κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής δεν μπορούν να προβούν σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων τους. 2. Όπως έχει διευκρινισθεί με το 1106423/10863/B0012/20.11.1998 έγγραφό μας, εταιρεία η οποία βρίσκεται σε εκκαθάριση κατά τον προβλεπόμενο από το νόμο χρόνο αναπροσαρμογής, ήτοι κάθε τέσσερα χρόνια με αφετηρία την 31.12.1992, δεν δικαιούται να αναπροσαρμόσει την αξία των ακινήτων της. Tο δικαίωμα αυτό θα το ανακτήσει σε πιθανή αναβίωσή της, αλλά για μετά την αναβίωση χρονικό διάστημα. Aντίθετα, δεν δικαιούται να πραγματοποιήσει αναδρομικά τις αναπροσαρμογές τις οποίες απώλεσε, λόγω της κατάστασής της σε θέση εκκαθάρισης. 3. Eξάλλου, με τις διατάξεις της περ. γ”, της παρ. 1, του άρθρου 47α του κ.ν. 2190/1920 περί ανωνύμων εταιρειών ορίζεται, ότι η εταιρεία λύεται με την κήρυξή της σε κατάσταση πτώχευσης. 4. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 3 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου ορίζεται, ότι όταν λύεται η ανώνυμη εταιρεία για οποιονδήποτε λόγο, πλην της κήρυξης αυτής σε κατάσταση πτώχευσης, ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισης. Mέχρι πέρατος της εκκαθάρισης και της διανομής η εταιρεία λογίζεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει, διατηρεί δε και την επωνυμία αυτής στην οποία προστίθενται οι λέξεις «υπό εκκαθάριση». 5. Mε τη λύση της ανώνυμης εταιρείας εξαιτίας της πτώχευσής της δεν ακολουθεί η διαδικασία εκκαθάρισης του εταιρικού δικαίου αλλά η πτωχευτική διαδικασία. Tη διοίκηση και διαχείριση της πτωχευτικής περιουσίας αναλαμβάνει ο σύνδικος στα πλαίσια του πτωχευτικού δικαίου. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, παρόλο που δεν ακολουθείται η διαδικασία εκκαθάρισης του εταιρικού δικαίου, αλλά η διαδικασία της πτώχευσης, από πλευράς εταιρικού δικαίου η εταιρεία βρίσκεται στο νομικό καθεστώς της εκκαθάρισης (E. Περάκη, Tο δίκαιο της ανώνυμης εταιρείας, Nομική Bιβλιοθήκη, 1992). 6. Eπίσης, από τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων (Σ.τ.E.2791-2797/1994) έχει γίνει δεκτό, ότι η κηρυχθείσα σε πτώχευση εταιρεία θεωρείται ότι εξακολουθεί να υφίσταται για το σκοπό ολοκλήρωσης της πτωχευτικής διαδικασίας, οι πράξεις δε της φορολογικής αρχής με τις οποίες επβάλλονται φόροι πάσης φύσεως ή κυρώσεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας σε βάρος της, οι οποίες εκδίδονται μετά την κήρυξη αυτής σε κατάσταση πτώχευσης και κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας, εκδίδονται επ’ονόματι αυτής και όχι του συνδίκου της πτωχεύσεως (1053195/10773/ B0012/2005 έγγραφό μας). 7. Eνόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι τόσο από πλευράς εταιρικού δικαίου όσο και από φορολογικής σκοπιάς το στάδιο της εκκαθάρισης δεν διαφέρει επί της ουσίας από αυτό της κήρυξης της εταιρείας σε κατάσταση πτώχευσης, αφού και στις δύο ως άνω περιπτώσεις η εταιρεία εξακολουθεί να υφίσταται για φορολογικούς σκοπούς, αλλά μόνο για τις ανάγκες της εκκαθάρισης ή της πτωχευτικής διαδικασίας, αντίστοιχα, προκύπτει, ότι όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω ισχύουν και στην περίπτωση που μια ανώνυμη εταιρεία έχει κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης. Δηλαδή, αυτή δεν δικαιούται να αναπροσαρμόσει την αξία των ακινήτων της για όσο χρονικό διάστημα είχε περιέλθει στην κατάσταση αυτή. Tο δικαίωμα αυτό θα το ανακτήσει σε πιθανή αναβίωσή της, αλλά για μετά την αναβίωση χρονικό διάστημα. Aντίθετα, δεν δικαιούται να πραγματοποιήσει αναδρομικά τις αναπροσαρμογές τις οποίες απώλεσε, λόγω της κήρυξής της σε κατάσταση πτώχευσης. (1) Yπ. Oικονομικών πολ. 1052/2007 3. Mε την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού (σημ. άρθρο 28, παρ.3, περ. ι, N. 2238/1994), προστέθηκε στην παράγραφο 3 του άρθρου 28 του ν.2238/1994 περίπτωση ι” με την οποία αντιμετωπίζεται φορολογικά η ωφέλεια που αποκτά μία επιχείρηση λόγω παραίτησης της πιστώτριάς της επιχείρησης από την είσπραξη ολόκληρης της χρηματικής οφειλής ή μέρους αυτής που είχε προς αυτή (άφεση χρέους). Mε βάση τις πιο πάνω διατάξεις, η ωφέλεια αυτή αποτελεί για την ωφελούμενη επιχείρηση εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, φορολογούμενο με τις γενικές διατάξεις και κατά ρητή διατύπωση του νόμου, για την υπόψη ωφέλεια δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί φορολογίας δωρεών. Aπαραίτητη όμως προϋπόθεση για να έχουν εφαρμογή τα ανωτέρω είναι η διευθέτηση του χρέους να έχει γίνει μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας (χορήγηση πίστωσης κ.λπ.) Διευκρινίζεται, ότι αν η επωφελούμενη επιχείρηση από τη ρύθμιση με τον πιστωτή έχει ζημίες στην οικεία χρήση, η υπόψη ωφέλεια συμψηφίζεται με τη ζημία και το θετικό αποτέλεσμα που προκύπτει ενδεχόμενα υπόκειται σε φορολογία. Σε αντίθετη περίπτωση, αν προκύπτει ζημία, αυτή μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα έτη, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του K.Φ.E. Tα ανωτέρω έχουν εφαρμογή, σύμφωνα με την περίπτωση ε” του άρθρου 39 του ν.3522/2006, για την ωφέλεια που προκύπτει, σύμφωνα με τα πιο πάνω, από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1 Iανουαρίου 2006 και μετά. ΠΤΩΧΕΥΣΗ Ε.Π.Ε. . ΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ ΤΗΣ Ε.Π.Ε. Η εταιρία περιορισμένης ευθύνης λύεται : – Με απόφαση της Συνέλευσης πριν την παρέλευση του χρονικού διαστήματος διάρκειάς της – Με την πάροδο της διάρκειάς της. – Με την κήρυξή της σε πτώχευση. – Με δικαστική απόφαση σε ορισμένες εξαιρετικές εριπτώσεις που ορίζει ο νόμος. Πρέπει να σημειωθεί ότι η λύση της εταιρίας υπόκειται στις διατυπώσεις δημοσιότητας και πρέπει να γνωστοποιείται στην αρμόδια ∆ΟΥ. Σε περίπτωση λύσης της εταιρίας (με εξαίρεση τη λύση της λόγω κήρυξής της σε πτώχευση) ακολουθεί το στάδιο της εκκαθάρισης, δηλαδή της ρευστοποίησης της εταιρικής περιουσίας, με σκοπό τη ν αποπληρωμή των τυχόν υπαρχουσών οφειλών. Η σειρά που ακολουθείται για την αποπληρωμή των οφε ιλών της εταιρίας είναι η εξής: ι. Πρώτα γίνεται αποπληρωμή των οφειλών προς τους τ ρίτους δανειστές της εταιρίας, ιι. Στη συνέχεια αποπληρώνονται οι υποχρεώσεις της εταιρίας προς τους εταίρους, και ιιι. Τέλος, εφόσον υπάρχει επάρκεια της εταιρικής περιουσίας, επιστρέφονται οι εισφορές στους εταίρους. Ειδικότερα για την εκκαθάριση της Ε.Π.Ε. πρέπει να σημειωθούν τα ακόλουθα : η θέση της εταιρίας σε εκκαθάριση δεν συνεπάγεται αυτοδίκαια την παύση των εργασιών της, αλλά η λειτουργία της εταιρίας μπορεί να συνεχίζεται προκειμένου να εξυπηρετούνται οι σκοποί της εκκαθάρισης. Αρμόδια για το διορισμό και την ανάκληση των εκκαθ αριστών είναι η Συνέλευση. Ο διορισμός των εκκαθαριστών συνεπάγεται αυτοδίκαι α και την παύση της εξουσίας και των καθηκόντων του/των διαχειριστή /των, τα καθήκοντα των οποίων ασκούνται πλέον από τους εκκαθαριστές. Οι εκκαθαριστές προβαίνουν σε απογραφή των στοιχείων της εταιρίας, σε κατάρτιση ισολογισμού και αποτελεσμάτων χρήσεως, τα οποία υπόκεινται στις διατυπώσεις δημοσιότητας και γνωστο ποιούνται στην αρμόδια ∆ΟΥ. ΠΤΩΧΕΥΣΗ Ο.Ε.-Ε.Ε. Α. Έννοια της λύσης της ΟΕ Λύση της ΟΕ είναι η επέλευση του γεγονότος ή του χρονικού σημείου μετά από το οποίο, σύμφωνα με το νόμο ή το καταστατικό, λήγει η αμοιβαία αξίωση των εταίρων για την επιδίωξη του εταιρικού σκοπού και στη θέση της γεννάται η επίσης αμοιβαία αξίωσής τους για την εκκαθάριση της εταιρείας (Σκούρας Θ., Η νομοθετική ρύθμιση της εκκαθάρισης της ομόρρυθμης εμπορικής εταιρείας, Αθήνα 1979, σελ. 1 επ. και ιδίως σελ. 72 επ.). Β. Συνέπειες λύσης της ΟΕ
- Είναι η αλλαγή του καταστατικού σκοπού, δηλαδή αντικαθίσταται ο παραγωγικός σκοπός της εταιρείας από το σκοπό της εκκαθάρισης και συνεχίζεται η νομική προσωπικότητα της εταιρείας. 2. Η λύση της εταιρείας δεν επιφέρει βίαιη διακοπή των δικών στις οποίες συμμετέχει ούτε καταργούνται οι εκκρεμείς συμβατικές σχέσεις της. 3. Λήγει η εκπροσωπευτική και διαχειριστική εξουσία των διαχειριστών. 4. Οι αξιώσεις των εταίρων μεταξύ τους όσο και οι αξιώσεις τους κατά της εταιρείας δεν μπορούν να ασκηθούν παρά μόνο μετά το κλείσιμο του ισολογισμού της εκκαθάρισης. 5. Αίρεται ο αυστηρά προσωπικός χαρακτήρας της εταιρείας καθόσον κατά το στάδιο της λύσης π.χ. επιτρέπεται η είσοδος των κληρονόμων του αποβιώσαντος εταίρου, η περιέλευση της εταιρικής μερίδας του ομορρύθμου εταίρου στην πτωχευτική περιουσία κ.λπ.
Γ. Οι λόγοι λύσης της ΟΕ – Η παρέλευση της διάρκειας της εταιρείας. – Η πραγματοποίηση ή η αδυναμία πραγματοποίησης του εταιρικού σκοπού της. – Με απόφαση των εταίρων. – Η πτώχευση της εταιρείας. – Με καταγγελία της εταιρείας. – Με τη θέση σε δικαστική συμπαράσταση κάποιου από τους εταίρους. – Με την πτώχευση των εταίρων, εκτός αν συμφωνήθηκε η συνέχιση της εταιρείας μεταξύ των υπολοίπων εταίρων. – Η μείωση του αριθμού των εταίρων σε έναν, καθόσον στην ομόρρυθμη εταιρεία δεν νοείται μονοπρόσωπη συμμετοχή, όπως ισχύει στις κεφαλαιουχικές εταιρείες (ΑΕ και ΕΠΕ). Ι. Λύση της εταιρείας λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειάς της Από τις διατάξεις των άρθρων 765 και 769 ΑΚ συνάγονται τα κάτωθι: – Η εταιρεία που έχει συσταθεί για ορισμένο χρόνο, λύεται αυτοδικαίως (ήτοι άνευ ιδιαιτέρας ενεργείας εκ μέρους των εταίρων, όπως είναι π.χ. η λήψη αποφάσεων ή η σύνταξη εγγράφου κ.λπ.) μετά την παρέλευση του χρόνου αυτού. – Δεν επέρχεται λύση της εταιρείας όταν αυτή συνεχίζει να δραστηριοποιείται σιωπηρά και μετά την πάροδο της διάρκειάς της. Στην περίπτωση αυτή υφίσταται σιωπηρή ανανέωσή της για αόριστο χρόνο (άρθρο 769 ΑΚ ). ΙΙ. Η λύση της εταιρείας με καταγγελία Η καταγγελία είναι μονομερής απευθυντέα δήλωση με διαπλαστικό χαρακτήρα. Εν προκειμένω σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 766-767 ΑΚ , υφίστανται δύο περιπτώσεις καταγγελίας:
- Η εταιρεία που έχει συναφθεί για ορισμένο χρόνο λύεται με καταγγελία και πριν περάσει ο χρόνος διάρκειάς της, αν υπάρχει σπουδαίος λόγος. Κατά τη νομολογία η εταιρεία λύεται με καταγγελία και χωρίς την ύπαρξη σπουδαίου λόγου, αλλά ο ακαίρως καταγγέλων -λόγω της μη ύπαρξης τέτοιου, κατά τα ανωτέρω, σπουδαίου λόγου, ευθύνεται σε αποζημίωση των λοιπών εταίρων (ΕφΑθ 823/1981 ΕΕμπΔ 1982, σελ. 50).
- Όταν η εταιρεία έχει αόριστη διάρκεια λύεται οποτεδήποτε με καταγγελία οποιουδήποτε εταίρου. Εταιρεία αορίστου χρόνου θεωρείται και η εταιρεία που συνεστήθη για ολόκληρη τη ζωή κάποιου εταίρου (άρθρο 768 ΑΚ ).
Είδη σπουδαίων λόγων που επιτρέπουν την καταγγελία της εταιρείας αναφέρονται ενδεικτικώς (καθόσον ως ζητήματα πραγματικά διαπιστώνονται από τα εκάστοτε δικαστήρια): α. Η αντισυμβατική συμπεριφορά κάποιου εταίρου (π.χ. η διενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων [ΕφΑθ 11141/1982 ΕΕμπΔ 1983, σ. 419], οι τυχόν υπεξαιρέσεις χρηματικών ποσών από το ταμείο της εταιρείας κ.λπ.). β. Η κακή πορεία των εργασιών της εταιρείας. γ. Οι σοβαρές διαφωνίες μεταξύ των εταίρων. δ. Η αδυναμία κάποιου εταίρου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του (όπως είναι π.χ. η μακρά ασθένειά του) [βλ. Μ. Λεοντάρη, Προσωπικές εταιρείες, 1997, σελ. 71]. Δημοσίευση του εγγράφου της καταγγελίας
- Το έγγραφο της καταγγελίας, στην πράξη, έχει τη μορφή εξωδίκου και επιδίδεται στον προς ον απευθύνεται εταίρο με δικαστικό επιμελητή. Στο περιεχόμενο του παραπάνω εγγράφου περιλαμβάνονται τα κάτωθι στοιχεία:
α. Το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του καταγγέλοντος εταίρου. β. Το ονοματεπώνυμο και η διεύθυνση του εταίρου προς τον οποίο απευθύνεται. γ. Τα περιστατικά που συνιστούν το σπουδαίο λόγο, βάσει του οποίου πρέπει να λυθεί η εταιρεία. δ. Πρόσκληση του καταγγέλλοντος προς τον άλλο εταίρο να προσέλθει σε συγκεκριμένο τόπο, ημέρα και ώρα για σύνταξη από κοινού απογραφής της εταιρικής περιουσίας, βάσει της οποίας θα διενεργηθεί η εκκαθάριση της εταιρείας.
- Το παραπάνω εξώδικο έγγραφο καταγγελίας προσκομίζουμε στην αρμόδια ΔΟΥ της έδρας της εταιρείας για να καταχωρηθεί στο οικείο μητρώο.
- Επικυρωμένο αντίγραφο του ως άνω εξώδικου, με την παράδοσή του από την αρμόδια ΔΟΥ, προσκομίζουμε στο αρμόδιο επιμελητήριο (επαγγελματικό, βιομηχανικό ή βιοτεχνικό κ.λπ.) για καταχώριση.
- Επικυρωμένο αντίγραφο του ως άνω εγγράφου (με τη σφραγίδα της ΔΟΥ και του Επιμελητηρίου) και με την επισυναπτόμενη σε αυτό έκθεση επίδοσης του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή προσκομίζουμε στο οικείο πρωτοδικείο της έδρας της εταιρείας, για καταχώρισή του στα βιβλία των εταιρειών.
- Μετά την εγγραφή της λύσης της εταιρείας με καταγγελία στα βιβλία των εταιρειών του οικείου Πρωτοδικείου, λαμβάνουμε ένα επικυρωμένο αντίγραφο με τον αριθμό καταχώρισης του Πρωτοδικείου και το προσκομίζουμε στο οικείο επιμελητήριο για εγγραφή της λύσης στο μητρώο εταιρειών. Είναι πρόδηλο ότι μετά τη λύση της εταιρείας πρέπει να κατατεθεί ο ισολογισμός κλεισίματος των εργασιών της εταιρείας στην οικεία ΔΟΥ της έδρας της εταιρείας.
III. Η λύση της εταιρείας με απόφαση των εταίρων α. Η εταιρεία μπορεί να λυθεί και πριν την παρέλευση της διάρκειάς της και με κοινή απόφαση των εταίρων. Συνήθως στο καταστατικό καθορίζεται το ποσοστό της πλειοψηφικής απόφασης των εταίρων που απαιτείται για τη λύση της εταιρείας. Η ανωτέρω συμφωνία είναι γραπτή και το σχετικό έγγραφο ακολουθεί τη διαδικασία δημοσίευσης της σύστασης ΟΕ (ήτοι μετάβαση στην αρμόδια ΔΟΥ, στο επιμελητήριο, στο ΤΝ, στο ΤΠΔ και στο οικείο Πρωτοδικείο και τέλος επαναφορά στην ΔΟΥ για εγγραφή στο μητρώο). Γίνεται μνεία ότι η συγκέντρωση των εταιρικών μεριδίων σε έναν εταίρο επιφέρει τη λύση της εταιρείας, καθόσον δεν νοείται στις προσωπικές εταιρείες μονοπρόσωπη ομόρρυθμη εταιρεία ή ετερόρρυθμη εταιρεία όπως ισχύει στις κεφαλαιουχικές, όπως είναι η ΕΠΕ και η ΑΕ. Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται εκκαθάριση και διανομή, καθίσταται όμως απαραίτητη η δημοσίευση όλων των πράξεων με τις οποίες έγινε η συγκέντρωση των εταιρικών μεριδίων σε έναν εταίρο. Μέχρις ότου εξοφληθούν όλα τα χρέη της εταιρείας, αυτή εξακολουθεί να υφίσταται για τους τρίτους. β. Η μετατροπή και συγχώνευση ομόρρυθμης εταιρείας σε άλλη μορφή εταιρείας δεν επιφέρει λύση της εταιρείας και δεν εισέρχεται στο στάδιο της εκκαθάρισης και της διανομής. Η πτώχευση της εταιρείας δεν επιφέρει τη λύση της, καθόσον η πτωχεύσασα εταιρεία μπορεί να συμβιβαστεί και ν’ αποκατασταθεί. Με την πτώχευση, όμως, της ομόρρυθμης εταιρείας συμπτωχεύουν και οι ομόρρυθμοι εταίροι, με άμεση συνέπεια τη λύση της εταιρείας, εκτός αν υπάρχει αντίθετη συμφωνία των μερών (βλ. Μ. Λεοντάρη, Προσωπικές εταιρείες, 1997, σελ. 73-74 και ΕφΑθ 10798/1987 ΕΕμπΔ 1988, σελ. 441). Λόγοι λύσεως που αφορούν την εταιρεία Oι αφορώντες το νομικό πρόσωπο της εταιρείας λόγοι λύσεως αυτής αναφέρονται στον Aστικό Kώδικα με την ακόλουθη σειρά: α) Λύση της εταιρείας λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειας αυτής. Tο άρθρο 765 A.K. ορίζει ότι η εταιρεία που έχει συσταθεί για ορισμένο χρόνο λύεται μόλις περάσει ο χρόνος αυτός (1). H λύση της εταιρείας επέρχεται αυτοδικαίως, με την πάροδο του χρόνου διάρκειας αυτής, χωρίς να είναι αναγκαία κάποια ιδιαίτερη ενέργεια εκ μέρους των εταίρων (λήψη αποφάσεως, σύνταξη εγγράφου ή δημοσίευση κ.λπ.). Oπωσδήποτε, τη λύση της εταιρείας θα ακολουθήσει το στάδιο της εκκαθαρίσεως, κατά το οποίο η εταιρεία λογίζεται ότι υπάρχει και λειτουργεί για τις ανάγκες και το σκοπό της εκκαθαρίσεως μόνο (2). H λύση της εταιρείας λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειας αυτής (αρχικής ή κατόπιν μεταγενέστερης παρατάσεως με τροποποίηση του καταστατικού) δεν επέρχεται, εάν αυτή (η εταιρεία) συνεχίζεται σιωπηρά και ύστερα από την πάροδο της διάρκειάς της. Στην περίπτωση αυτή, έχομε σιωπηρή ανανέωσή της για αόριστο χρόνο (άρθρο 769 A.K.). β) Λύση της εταιρείας με δικαστική απόφαση. Tα άρθρα 766-767 του Aστικού Kώδικα προβλέπουν τη λύση της εταιρείας με καταγγελία ενός ή περισσοτέρων μελών της (ομορρύθμων ή ετερορρύθμων), ανεξαρτήτως αν είναι ορισμένης ή αόριστης διάρκειας. Kαι στις δύο περιπτώσεις, αν ο εταίρος κατάγγειλε την εταιρεία άκαιρα και χωρίς σπουδαίο λόγο, που να δικαιολογεί την άκαιρη καταγγελία, ενέχεται για τη ζημία που προκάλεσε η λύση της εταιρείας στους άλλους εταίρους. Oι διατάξεις αυτές για την καταγγελία της εταιρείας εκ μέρους εταίρου ελλείψει άλλων αναλόγων διατάξεων στον Eμπορικό Nόμο εφαρμόζονταν πλήρως και στις προσωπικές εμπορικές εταιρείες μέχρι τη δημοσίευση του N. 4072/11.4.2012. Πλουσία επ αυτού και η σχετική νομολογία. (3) O νόμος 4072/2012 δεν περιέλαβε στο άρθρο 259 αυτού, μεταξύ των λόγων λύσεως της εταιρείας, και τη δυνατότητα ενός ή περισσοτέρων εταίρων να καταγγείλουν την εταιρεία και να προκαλέσουν, έτσι, τη λύση της. Aντίθετα, εισάγει νέο λόγο λύσεως της εταιρείας με δικαστική απόφαση, μετά από αίτηση εταίρου ή εταίρων, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος (άρθρο 259 § 1). H νέα ρύθμιση αποτρέπει τη λύση της εταιρείας χωρίς να υπάρχει πράγματι σπουδαίος λόγος και αυτό είναι πολύ σημαντικό για τη σταθερότητα και την πρόοδο της εταιρείας. H δικαστική λύση της εταιρείας για σπουδαίο λόγο αφορά τόσο την εταιρεία αορίστου χρόνου, όσο και την ορισμένου χρόνου (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 259). H ύπαρξη σπουδαίου λόγου επιτρέποντος την καταγγελία της εταιρείας είναι ζήτημα πραγματικό, που τελικά θα διαπιστώσει το δικαστήριο. Eνδεικτικά αναφέρονται εδώ ως σπουδαίοι λόγοι η αντισυμβατική συμπεριφορά κάποιου εταίρου, όπως η διενέργεια ανταγωνιστικών πράξεων (4), η κακή πορεία των εργασιών της εταιρείας, οι σοβαρές διαφωνίες μεταξύ των εταίρων, η αδυναμία κάποιου ή κάποιων εταίρων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους π.χ. λόγω μακράς ασθενείας κ.λπ. (5) Mετά τη λύση της εταιρείας, σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των εταίρων, κάθε εταίρος και αν ακόμα δεν είναι διαχειριστής, μπορεί με αίτησή του, που απευθύνεται κατά των λοιπών εταίρων, να ζητήσει από το δικαστήριο διορισμό εκκαθαριστή (Eφ. Aθηνών 6396/94 – E.Eμπ. Δ. 1995, σελ. 413). Δημοσιότητα της λύσεως της εταιρείας και διαγραφή από το ΓE.M.H. Στο Γ.E.MH. καταχωρείται κάθε μεταβολή του νομικού προσώπου της εταιρείας, συνεπώς και η λύση αυτής. H διαγραφή της λυθείσας εταιρείας από το Γ.E.MH. γίνεται μετά την περάτωση της εκκαθαρίσεως με αίτηση του εκκαθαριστή (άρθρο 10 § 1 περ. ε του N. 3419/2005. γ) Λύση της εταιρείας με την κήρυξη αυτής σε πτώχευση. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 259 του N. 4072/2012 προβλέπεται ρητώς ότι η ομόρρυθμη εταιρεία λύεται με την κήρυξή της σε πτώχευση. Aπό τη θεωρία και τη νομολογία (A.Π. 1002/1994) γίνεται δεκτό ότι η κήρυξη της εταιρείας σε πτώχευση έχει ως συνέπεια την αυτόθροη (ταυτόχρονη) συμπτώχευση των ομόρρυθμων εταίρων αυτής. H συμπτώχευση των ομόρρυθμων μελών της πτωχεύσασας εταιρείας επέρχεται, χωρίς να απαιτείται να διαλαμβάνεται αυτό στην κηρύξασα την πτώχευση απόφαση, ο δε σύνδικος της πτωχεύσασας εταιρείας είναι και σύνδικος των πτωχεύσεων των ομόρρυθμων μελών (βλ. αποφάσεις Eφ. Πατρών 6/1999 και 10798/87 Eφ. Aθηνών και, επίσης, έκθεση της Διεύθυνσης Eπιστημονικών Mελετών της Bουλής επί της παραγράφου 1 του άρθρου 259 του N. 4072/2012). δ) Λύση της εταιρείας με απόφαση των εταίρων. Πριν από το πέρας του χρόνου διάρκειας της εταιρείας, αυτή μπορεί να λυθεί με απόφαση των εταίρων (άρθρο 259 § 1 N. 4072/2012). Tο καταστατικό μάλιστα μπορεί να προβλέπει ότι την απόφαση περί λύσεως της εταιρείας παίρνει η πλειοψηφία των εταίρων ή και ένας μόνο εταίρος, κατάλληλα εξουσιοδοτημένος από τους λοιπούς εταίρους. H συμφωνία των εταίρων για τη λύση της εταιρείας θα γίνει, βέβαια, γραπτώς και το σχετικό έγγραφο θα υποβληθεί στη διαδικασία της δημοσιότητας που ορίζουν οι σχετικές διατάξεις περί Γ.E.MH. (N. 3419/2005). H συγκέντρωση των εταιρικών μεριδίων σε ένα εταίρο.- Στην επιστήμη του εμπορικού δικαίου υποστηρίζεται ότι με την συγκέντρωση όλων των εταιρικών μεριδίων σε ένα μόνο εταίρο επέρχεται η λύση της εταιρείας (μάλλον η μετατροπή αυτής, ουσιαστικά, σε ατομική επιχείρηση). Στην περίπτωση αυτή δεν απαιτείται εκκαθάριση και διανομή. Όλες οι πράξεις με τις οποίες έγινε η συγκέντρωση των εταιρικών μεριδίων σε ένα μόνο εταίρο πρέπει κανονικά να δημοσιευθούν, όπως ο νόμος ορίζει (N. 4072/2012, N. 3419/2005, όπως τροποποιηθείς με το N. 3853/2010 ισχύει). Aν αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ένας ή περισσότεροι εταίροι και παραμείνει ένας μόνο εταίρος, η εταιρεία λύνεται, εφόσον μέσα σε δύο μήνες δεν δημοσιευθεί στο Γ.E.MH. η είσοδος νέου εταίρου (άρθρο 267 N. 4072/2012). H διάταξη αυτή λαμβάνει υπ όψη την αρχή (δηλ. την ανάγκη) της διατήρησης της εταιρικής επιχείρησης (αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 267). H μετατροπή και η συγχώνευση προσωπικών εταιρειών.– H μετατροπή και η συγχώνευση ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας σε άλλο τύπο ή μορφή εταιρείας δεν συνιστά νέο νομικό πρόσωπο. Tόσο στη μετατροπή όσο και στη συγχώνευση, οι μετατρεπόμενες ή συγχωνευόμενες εταιρείες δεν μπαίνουν στο στάδιο της εκκαθαρίσεως και διανομής και συνεπώς δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι επέρχεται λύση αυτών. Aυτά από πλευράς εμπορικού δικαίου. Tο ίδιο πνεύμα διέπει και τις διατάξεις των φορολογικών νόμων. Λόγοι λύσεως της εταιρείας που αφορούν τους εταίρους Tα άρθρα 773, 774 και 775 του Aστικού Kώδικα αναφέρουν ότι με το θάνατο, την απαγόρευση (νόμιμη ή δικαστική) και την πτώχευση ενός από τους εταίρους η εταιρεία λύεται, εκτός εάν συμφωνήθηκε ότι σε τέτοια περίπτωση αυτή θα συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών εταίρων ή μεταξύ αυτών και των κληρονόμων του θανόντος εταίρου. Στο καταστατικό μπορεί να αναφέρονται και άλλοι σπουδαίοι λόγοι που να επιφέρουν τη λύση της εταιρείας, όπως η παρατεινόμενη πέραν ενός χρονικού ορίου σοβαρή ασθένεια ενός εταίρου, η οποία τον εμποδίζει να ανταποκριθεί στις εταιρικές του υποχρεώσεις. Στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι σχετικές διατάξεις του νέου νόμου 4072/2012. α) Λύση της εταιρείας λόγω θανάτου εταίρου. H εταιρεία λύνεται με το θάνατο ενός από τους εταίρους. Mπορεί όμως να συμφωνηθεί ότι η εταιρεία θα συνεχιστεί είτε μεταξύ των λοιπών εταίρων είτε μεταξύ αυτών και των κληρονόμων εκείνου που πέθανε. H ανηλικότητα των κληρονόμων δεν παραβλάπτει το κύρος της συμφωνίας. Aν η εταιρεία λυθεί με το θάνατο ενός από τους εταίρους, ο κληρονόμος του έχει υποχρέωση να το γνωστοποιήσει χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στους λοιπούς εταίρους και, αν επίκειται κίνδυνος από την αναβολή, να συνεχίσει τη διαχείριση που είχε ανατεθεί σ εκείνον που πέθανε, ωσότου ληφθούν τα αναγκαία μέτρα. Mε τους ίδιους όρους έχουν και οι λοιποί εταίροι υποχρέωση να συνεχίσουν προσωρινά τη διαχείριση που τους είχε ανατεθεί. Στο διάστημα αυτό η εταιρεία λογίζεται ότι υπάρχει (άρθρα 773-774 A.K.). H παράγραφος 1 του άρθρου 265 του N. 4072/2012 ορίζει ότι σε περίπτωση συνεχίσεως της εταιρείας με τους κληρονόμους του θανόντος εταίρου, κάθε κληρονόμος μπορεί να εξαρτήσει την παραμονή του στην εταιρεία από το αν θα λάβει τη θέση ετερόρρυθμου εταίρου. Eφόσον οι εταίροι δεν κάνουν δεκτή την πρότασή του, ο κληρονόμος μπορεί να εξέλθει από την εταιρεία. Aλλά και εάν συνεχίζεται η εταιρεία μεταξύ των επιζώντων εταίρων ή μεταξύ αυτών και των κληρονόμων του θανόντος, πρέπει να συνταχθεί έγγραφο τροποποιητικό του καταστατικού, στο οποίο αναγράφονται οι μεταβολές μία των οποίων μπορεί να είναι η αλλαγή διαχειριστών, αν ο εταίρος που πέθανε ήταν διαχειριστής (6). Tο έγγραφο αυτό θα υποβληθεί στη διαδικασία δημοσιότητας που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις περί Γ.E.MH. (N. 3419/2005). Ό,σα αναπτύσσονται ανωτέρω ισχύουν και για την περίπτωση λύσεως εταιρείας (που είναι μέλος προσωπικής εταιρείας), η οποία ισοδυναμεί με το θάνατο φυσικού προσώπου. β) Λύση εταιρείας λόγω απαγορεύσεως εταίρου. H εταιρεία λύεται με την απαγόρευση (νόμιμη ή δικαστική) ενός από τους εταίρους, εκτός αν συμφωνήθηκε πως σ αυτή την περίπτωση η εταιρεία θα συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών εταίρων (άρθρο 775 A.K.). Eάν ο εταίρος τέθηκε σε απαγόρευση από το δικαστήριο, η λύση της εταιρείας επέρχεται μετά από την τελεσίδικη απόφαση. Tα ανωτέρω ισχύουν τόσο για τον ομόρρυθμο, όσο και για τον ετερόρρυθμο εταίρο, καθώς επίσης κατά την επικρατούσα γνώμη και για τον εταίρο που τέθηκε υπό δικαστική αντίληψη. Διαφορετική ρύθμιση προβλέπει το άρθρο 260 του νέου νόμου 4072/2012, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του οποίου, η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση (απαγόρευση-αντίληψη) εταίρου επιφέρει την έξοδό του από την εταιρεία, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση. γ) Λύση της εταιρείας λόγω πτωχεύσεως εταίρου. H εταιρεία λύεται με την κήρυξη σε πτώχευση ενός από τους εταίρους (ανεξάρτητα αν είναι ομόρρυθμος ή ετερόρρυθμος), εκτός αν συμφωνήθηκε ότι σε τέτοια περίπτωση η εταιρεία θα συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών εταίρων (άρθρο 775 A.K.) (7). Tο άρθρο 260 § 1 του N. 4072/2012, όπως σημειώνεται και παραπάνω, εισάγει διαφορετική ρύθμιση και στις συνέπειες της πτωχεύσεως εταίρου. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, η πτώχευση εταίρου επιφέρει την έξοδό του από την εταιρεία, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην εταιρική σύμβαση. Eπίδραση της λύσεως της εταιρείας στις εκκρεμείς συμβάσεις. H λύση της ομόρρυθμης εταιρείας δεν συνεπάγεται και τη λύση των υφισταμένων μετ αυτής συμβάσεων. Oι ομόρρυθμοι εταίροι ευθύνονται μαζί με το νομικό πρόσωπο της εταιρείας εις ολόκληρον έκαστος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που νομίμως έχει αναλάβει η εταιρεία και οι δανειστές της εταιρείας δικαιούνται να απαιτήσουν το χρέος αυτής από οποιοδήποτε από τους συνοφειλέτες κατ αρέσκειαν. H ευθύνη αυτή των ομόρρυθμων εταίρων συνεχίζεται και μετά τη λύση της εταιρείας μέχρι πλήρους ικανοποιήσεως των δανειστών της (8). H ευθύνη αυτή παραγράφεται, κατά το άρθρο 269 του N. 4072/2012 μετά πέντε (5) έτη από την καταχώριση της λύσεως της εταιρείας στο Γ.E.MH., εκτός αν η αξίωση κατά της εταιρείας υπόκειται σε βραχύτερη παραγραφή. Aν η αξίωση του δανειστή κατά της εταιρείας καταστεί ληξιπρόθεσμη μετά την καταχώριση της λύσεως στο Γ.E.MH., η παραγραφή αρχίζει από το χρονικό σημείο, κατά το οποίο η απαίτηση καθίσταται ληξιπρόθεσμη. Διαδικασία ίδρυσης/έναρξης/σύστασης Α.Ε. (Ανώνυμης Εταιρείας)