ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΔΟΧΗ Καθολική κληρονομική διαδοχή η διαδοχή του κληρονόμου με μία πράξη, δηλ. το θάνατο, σε όλες τις έννομες σχέσεις του κληρονομούμενου, εκτός από εκείνες που αποσβήνονται κατά τον θάνατό του. Διακρίνεται σε ολοκληρωτική ή ποσοστιαία, μεταβιβαστική και στατική . Θεμελιώνεται στα άρθρα 1710παρ.1 και 1901εδ.1ΑΚ. Ειδική κληρονομική διαδοχή η διαδοχή του κληρονόμου σε ένα ή περισσότερα δικαιώματα σε όση έκταση αυτά περιέρχονται αμέσως στον κληροδόχο, χωρίς να διέλθουν από την κληρονομία η οποία περιέρχεται στον κληρονόμο. Διακρίνεται σε μεταβιβαστική και στατική . Με τον θάνατο του διαθέτη συγχωνεύεται η ατομική περιουσία του κληρονόμου με την κληρονομία. Πρόκειται για νομική συγχώνευση και είναι δυνατό μεταγενέστερα να ανατραπεί κληρονομούμενος κάθε φυσικό πρόσωπο μετά το θάνατό του(ενν. ο εγκεφαλικός θάνατος). Τα νομικά πρόσωπα δεν κληρονομούνται. Κληρονόμος μπορεί να είναι:
- φυσικό πρόσωπο, αρκεί αυτό να ζει ή να έχει τουλάχιστον συλληφθεί κατά την επαγωγή της κληρονομίας. Κληρονόμος γίνεται και ο κυοφορούμενος, υπό την αίρεση ότι θα γεννηθεί ζωντανός.
- νομικό πρόσωπο, αρκεί να έχει συσταθεί κατά την επαγωγή. Για το ίδρυμα βλ.α.109,114ΑΚ. ΔΕΝ μπορεί να γίνει κληρονόμος η ένωση που δεν αποτελεί σωματείο και το νομικό πρόσωπο που βρίσκεται σε εκκαθάριση κατά το χρόνο επαγωγής.
Κληρονομία είναι οι έννομες σχέσεις (λ.χ. δικαιώματα, υποχρεώσεις) του κληρονομουμένου που περιέρχονται στον κληρονόμο. Κληρονομητές σχέσεις (γενικά) περιουσιακές (περιπτώσεις) δικαίωμα στα προϊόντα της διανοίας ενοχικά δικαιώματα και υποχρεώσεις εμπράγματα δικαιώματα και υποχρεώσεις νομή ή οιονεί νομή και παρακλητική κατοχή κληρονομικά δικαιώματα (μετά την επαγωγή) δικαστικό συνάλλαγμα Ακληρονόμητες σχέσεις (γενικά) μη περιουσιακές (περιπτώσεις) δικαίωμα στην προσωπικότητα οικογενειακά δικαιώματα και υποχρεώσεις. Εξαίρεση: ορισμένα με περιουσιακή αξία η εξυπηρέτηση νομής ή η κατοχή ως φυσική εξουσία. η κατάσταση χρησικτησίας. Όμως: ο κληρονόμος έχει δικαίωμα να συνυπολογίσει στο δικό του χρόνο χρησικτησίας το χρόνο του κληρονομούμενου. Επαγωγή κληρονομίας Είναι η κτήση της κληρονομίας με δικαίωμα αποποίησης, δηλαδή η προσωρινή κτήση της που πραγματοποιείται με διαλυτική αίρεση δικαίου, αυτοδίκαια πάντοτε κατά τον θάνατο του κληρονομουμένου(1711εδ.2ΑΚ). Λόγοι επαγωγής Είναι οι υποστάσεις από τις οποίες καλείται ο κληρονόμος στην κληρονομία. Διακρίνονται σε: α. γενικούς διαθήκης νόμος β. ειδικούς
- η συγκεκριμένη διαθήκη(στη διαδοχή από διαθήκη)
- η συγκεκριμένη σχέση(στην εξ αδιαθέτου διαδοχή και στη νόμιμη μοίρα)
Κληρονομικό δικαίωμα Είναι η έννομη σχέση που συνδέει τον κληρονόμο με την κληρονομία από την επαγωγή της τελευταίας σ’ αυτόν, δηλ. η συνολική νομική κατάσταση του κληρονόμου(καθολικός διάδοχος). Είναι αμεταβίβαστο (βλ.α.1942επ.,1847επ.,1871επ.,914επΑΚ). Ο μελλοντικός κληρονόμος έχει πριν την επαγωγή μόνο απλή προοπτική(ελπίδα) να αποκτήσει κληρονομικό δικαίωμα. Αυτή δεν είναι προσδοκία. Κληρονομική μερίδα είναι το κληρονομικό δικαίωμα του συγκληρονόμου, δηλ. η μέννομη σχέση που συνδέει το συγκληρονόμο με την κληρονομία και τους άλλους συγκληρονόμους. Αυτή εκφράζεται σε ποσοστό, δηλ. σε κλάσμα. Διακρίνεται σε ιδιαίτερη και κοινή κληρονομική μερίδα. ΣΧΟΛΑΖΟΥΣΑ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Η κληρονομία σχολάζει , όταν ο κληρονόμος είναι προσωρινός, δηλ. δεν έχει ακόμη χάσει το δικαίωμα αποποίησης ή είναι άγνωστος ή δεν είναι βέβαιο ότι αποδέχθηκε την κληρονομία ή δεν έχει ακόμη βρεθεί. Προσωρινός κληρονόμος με την επαγωγή αποκτά προσωρινά την κληρονομία. Μέχρι την αποδοχή που οριστικοποιεί την κτήση του επικρατεί μετέωρη κατάσταση και η κληρονομία αποτελεί ειδική περιουσία αυτού. Έχει δικαίωμα διοίκησης:
- αν αποδεχθεί την κληρονομία, οι διαχειριστικές πράξεις του είναι καθόλα έγκυρες.
- αν αποποιηθεί την κληρονομία, κάθε διαχειριστική πράξη του θεωρείται ότι έγινε από μη δικαιούχο. Ό νόμος εισάγει και εξαιρέσεις (Βλ. σχετικά α.1858,1859ΑΚ,265εδ.1,2 ,292,921παρ.1,2,3 ,925,926ΚΠολΔ).
Άγνωστος κληρονόμος είναι ο κληρονόμος(1865εδ.1ΑΚ), όταν η ύπαρξή του είναι αμφισβητούμενη. Κληρονόμος που δεν βρίσκεται πρόκειται για την δικαστική βεβαίωση περί του δημοσίου ως εξ’ αδιαθέτου κληρονόμου (Βλ.α.1868,1869,1870ΑΚ,121ΕισΝΑΚ,779,813παρ.1εδ.2ΚΠολΔ). Κηδεμόνας κληρονομίας είναι ο διοικητής της σχολάζουσας κληρονομίας. Διορίζεται κάθε πρόσωπο ικανό για δικαιοπραξία. – Παύση του κηδεμόνα επιφέρουν: α) η έκλειψη του λόγου κηδεμονίας(αυτοδίκαιη παύση) β) ο θάνατος του κηδεμόνα ή η επερχόμενη πλήρης ή περιορισμένη ανικανότητά του για δικαιοπραξία(αυτοδίκαιη παύση) γ) η παραίτηση του κηδεμόνα δ) η παύση του κηδεμόνα από το δικαστήριο για σπουδαίο λόγο ΕΚΔΟΣΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΤΗΡΙΟΥ Ο Ειρηνοδίκης (του τόπου κατοικίας ή διαμονής του θανόντος) με αίτηση του κληρονόμου ή του καταπιστευματοδόχου ή του κληροδόχου ή του εκτελεστή διαθήκης, η οποία αναρτάται για δέκα (10) ημέρες σε ειδικό χώρο του καταστήματος του Ειρηνοδικείου, χορηγεί το πιστοποιητικό για το κληρονομικό του δικαίωμα και τη μερίδα που του αναλογεί (κληρονομητήριο). Αν ασκηθεί μέσα στην παραπάνω προθεσμία παρέμβαση τρίτου, ο Ειρηνοδίκης προσδιορίζει δικάσιμο για τη συζήτησή τους προκειμένου να εκδοθεί απόφαση επ’ αυτών. Το πιστοποιητικό (κληρονομητήριο) εκδίδεται από το γραμματέα του δικαστηρίου και παραδίδεται με απόδειξη παραλαβής του, η οποία φυλάγεται στο αρχείο του δικαστηρίου. Η διάταξη του Ειρηνοδίκη και η απόφαση του δικαστηρίου της κληρονομίας που επιλαμβάνεται πρέπει να περιέχει: α) το ονοματεπώνυμο του κληρονομουμένου, β) τα ονοματεπώνυμα των κληρονόμων ή καταπιστευματοδόχων ή κληροδόχων στους οποίους παρέχεται, γ) τις κληρονομικές μερίδες του καθενός ή τα αντικείμενα τα οποία περιέρχονται στον καθένα, δ) τους όρους ή τους περιορισμούς με τους οποίους η κληρονομία, το καταπίστευμα ή η κληροδοσία περιέρχεται στον καθένα και, ιδιαίτερα αν πρόκειται για κληρονόμο, τα καταπιστεύματα και τα κληροδοτήματα που βαρύνουν την κληρονομία και ε) τα ονοματεπώνυμα των εκτελεστών διαθήκης και τις εξουσίες που η διαθήκη τους παρέχει. Κληρονομητήριο παρέχεται τόσο σε αυτόν που κληρονομεί βάσει διαθήκης , όσο και σε αυτόν που κληρονομεί εξ αδιαθέτου . Εκείνος που υποβάλλει την αίτηση πρέπει να αποδείξει: 1) την χρονολογία θανάτου (με ληξιαρχική πράξη θανάτου), (2) την διαθήκη και το περιεχόμενό της (με πρακτικό δημοσίευσής της από το αρμόδιο Δικαστήριο) ή την συγγενική σχέση με τον θανόντα (με πιστοποιητικό πλησιεστέρων (εγγυτέρων) συγγενών), (3) ότι δεν υπάρχουν άλλα πρόσωπα που να αποκλείουν το κληρονομικό του δικαίωμα, (4) την ύπαρξη ή μη άλλων διαθηκών και (5) αν εκκρεμεί δίκη για το κληρονομικό του δικαίωμα. Αν υπάρχουν περισσότεροι κληρονόμοι, με αίτηση οποιουδήποτε από αυτούς, μπορεί να παρασχεθεί κοινό κληρονομητήριο. Στην περίπτωση αυτή, ο αιτών πρέπει να αποδείξει ότι όλοι οι κληρονόμοι αποδέχτηκαν την κληρονομία. Αυτός που αναφέρεται στο κληρονομητήριο ως κληρονόμος τεκμαίρεται ότι έχει το κληρονομικό δικαίωμα, που αναφέρεται στο κληρονομητήριο. Σε περίπτωση που το κληρονομητήριο είναι ανακριβές, το Ειρηνοδικείο μπορεί να διατάξει, ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον ή και αυτεπαγγέλτως, να αφαιρεθεί, να κηρυχθεί ανίσχυρο, να τροποποιηθεί ή να ανακληθεί.