ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ

Με τον όρο αξιόγραφο χαρακτηρίζεται συγκεκριμένο έγγραφο στο οποίο ενσωματώνεται κάποιο δικαίωμα, του οποίου η ενάσκηση και η μεταβίβασή του είναι αδύνατη χωρις τη κατοχή αυτού τούτου του εγγράφου.Ένα σπουδαίο χαρακτηριστικό της σύγχρονης οικονομίας είναι η συνεχής κυκλοφορία του πλούτου, δηλαδή η ανά πάσα στιγμή μετακίνηση και μεταβίβασή του. Η διακίνηση αυτή επιτυγχάνεται με τις κινητές αξίες, δηλαδή με έγγραφα τα οποία περικλείουν τα, επί των διαφόρων κινητών και ακινήτων πραγμάτων, δικαιώματα ή υποσχέσεις, ή διαταγές περί πληρωμής χρηματικών ποσών. Πράγματι με τέτοια έγγραφα επιτυγχάνεται χωρίς πολλές διατυπώσεις η μεταβίβαση κυριότητας πραγμάτων ανεξαρτήτως τόπου, (μπορεί να είναι μεταφερόμενα εμπορεύματα με πλοίο στη μέση του ωκεανού), ή και η χωρίς άμεση καταβολή χρηματικού ποσού αγορά αγαθών κ.λπ. Έτσι ενώ κατά την υφιστάμενη νομοθεσία για τη μεταβίβαση των ακινήτων π.χ. μιας ανώνυμης εταιρίας απαιτούνται συμβολαιογραφικά έγγραφα και πλείστες διατυπώσεις, το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επέλθει με την απλή μεταβίβαση των εγγράφων μετοχών της εταιρίας. Κατά τον ίδιο τρόπο και η κυριότητα των εμπορευμάτων που μεταφέρονται δια θαλάσσης σε κάποιο σημείο του ωκεανού μεταβιβάζεται με την απλή μεταβίβαση της φορτωτικής. Οι παραπάνω αναφερόμενες κινητές αξίες – έγγραφα, ονομάζονται γενικά αξιόγραφα.

Αξιόγραφα είναι τα έγγραφα συγκεκριμένου τύπου που προβλέπονται από το νόμο και χρησιμοποιούνται στις εμπορικές συναλλαγές, στα οποία ενσωματώνεται ένα δικαίωμα με τέτοιο τρόπο, ώστε για την ενάσκηση και τη μεταβίβαση του δικαιώματος να είναι απαραίτητη η κατοχή του εγγράφου.

Η σημαντικότερη διάκριση των αξιογράφων είναι:

  1. Ονομαστικά αξιόγραφα: είναι τα αξιόγραφα στα οποία κατονομάζεται ο δικαιούχος. Τα ονομαστικά αξιόγραφα μεταβιβάζονται εν ζωή με εκχώρηση ή απλή παράδοση.
  2. Εις διαταγήν αξιόγραφα: τα εις διαταγήν αξιόγραφα εκδίδονται υπέρ συγκεκριμένου προσώπου το οποίο κατονομάζεται και έχει το δικαίωμα να υποδείξει με οπισθογράφηση άλλο πρόσωπο ως δικαιούχο. Τα εις διαταγήν αξιόγραφα μεταβιβάζονται με οπισθογράφηση.
  3. Αξιόγραφα στον κομιστή ή ανώνυμα: είναι τα αξιόγραφα στα οποία δεν κατονομάζεται ο δικαιούχος και μεταβιβάζονται με συμφωνία και παράδοση του τίτλου, όπως τα κινητά πράγματα. Ο κάτοχος των ανώνυμων αξιογράφων είναι και ο κομιστής τους.

Επιταγή

Η επιταγή χρησιμοποιείται στην Ελλάδα ως μέσο πληρωμής και εξυπηρετεί κυρίως τη διεξαγωγή των πληρωμών. Επιταγή είναι το έγγραφο συγκεκριμένου τύπου, το οποίο προβλέπεται από το νόμο και με το οποίο ο εκδότης της επιταγής δίνει την εντολή στον πληρωτή να πληρώσει για λογαριασμό του ορισμένο ποσό στον δικαιούχο της επιταγής, το οποίο αναγράφεται πάνω στην επιταγή. Πληρωτής της επιταγής είναι συνήθως οι τράπεζες αλλά μπορεί να είναι και κάποιο αντίστοιχο πιστωτικό ίδρυμα. Η επιταγή είναι πληρωτέα κατά την εμφάνισή της. Η επιταγή εμφανίζεται εμπρόθεσμα για πληρωμή μέσα σε προθεσμία 8 ημερών από την ημερομηνία έκδοσής που αναγράφεται σε αυτή, όταν ο τόπος έκδοσης της επιταγής είναι η Ελλάδα. Ο πληρωτής (συνήθως η τράπεζα) έχει την υποχρέωση να πληρώσει την επιταγή που εκδίδει ο πελάτης του, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν διαθέσιμα χρηματικά κεφάλαια του πελάτη στην κατοχή του. Μετά την παρέλευση του οκταημέρου ο πληρωτής δικαιούται να πληρώσει τον δικαιούχο της επιταγής, χωρίς ωστόσο να έχει τη νομική υποχρέωση.

Η μεταβίβαση της επιταγής γίνεται κυρίως με οπισθογράφηση. Νόμιμος κομιστής της επιταγής και δικαιούχος της είναι αυτός που στηρίζει το δικαίωμά του σε αδιάκοπη σειρά οπισθογραφήσεων. Άλλοι τρόποι μεταβίβασης της επιταγής είναι α) η εκχώρηση, στις περιπτώσεις που εκδίδεται ονομαστική επιταγή στην οποία κατονομάζεται ο δικαιούχος της και β) η μεταβίβαση με συμφωνία και παράδοση, στις περιπτώσεις που εκδίδεται μία επιταγή με τη ρήτρα «εις τον κομιστή».

Μεταχρονολογημένη επιταγή: μεταχρονολογημένη επιταγή είναι η επιταγή που φέρει χρονολογία εκδόσεως μεταγενέστερη από την πραγματική. Οι μεταχρονολογημένες επιταγές χρησιμοποιούνται συχνά στις συναλλαγές ως μέσο πίστωσης προς διευκόλυνση των εμπόρων. Η μεταχρονολογημένη επιταγή είναι πάντα πληρωτέα εν όψει και μπορεί να εμφανιστεί εμπρόθεσμα προς πληρωμή οποτεδήποτε από την πραγματική ημερομηνία έκδοσης της εως και την παρέλευση του οκταημέρου από την πλασματική ημερομηνία έκδοσης που αναγράφεται σε αυτή.

Απαραίτητα στοιχεία για την εγκυρότητα της επιταγής:

  1. Ονομασία επιταγή εντός του κειμένου
  2. Εντολή πληρωμής ορισμένου ποσού
  3. Όνομα εκείνου που πρέπει να πληρώσει
  4. Τόπο πληρωμής
  5. Χρόνο και τόπο έκδοσης της επιταγής
  6. Υπογραφή εκδότη

Είδη επιταγών:

Κλασική επιταγή: Επιταγή που εκδίδεται από τον εκδότη/καταθέτη σε βάρος του τραπεζικού του λογαριασμού. Η τράπεζα δεν φέρει καμία ευθύνη για την πληρωμή αυτής και αν δεν υπάρχουν διαθέσιμα στο λογαριασμό του εκδότη θα σφραγισθεί ως ακάλυπτη.

(Η επιταγή αυτή μπορεί να μεταβιβαστεί με οπισθογράφηση από τον αρχικό δικαιούχο, σε κάποιον άλλο, που, με τη σειρά του, μπορεί να τη μεταβιβάσει σε ένα επόμενο κ.ο.κ. Δεν υπάρχει περιορισμός στον αριθμό των μεταβιβάσεων. Ο αρχικός δικαιούχος θέτει την υπογραφή του, στην πίσω όψη της επιταγής και στη συνέχεια υπογράφει ο επόμενος δικαιούχος εάν θελήσει να μεταβιβάσει και αυτός την επιταγή)

Τραπεζική επιταγή: Επιταγή που εκδίδεται από μια τράπεζα επί αυτής της ίδιας μετά από αίτημα του πελάτη της για την πληρωμή του δικαιούχου. Ο δικαιούχος στην περίπτωση αυτή μπορεί να είναι βέβαιος ότι το ποσό είναι διαθέσιμο και ότι θα πληρωθεί, διότι στην ουσία η τράπεζα όταν εκδίδει την επιταγή αυτή έχει ήδη χρεώσει τον λογαριασμό του πελάτη της με το αντίστοιχο ποσό και το έχει αφαιρέσει λογιστικά από το λογαριασμό του. Απλώς, αντί να του παραδώσει τα χρήματα σε μετρητά, του παραδίδει για λόγους διευκόλυνσης, ταχύτητας και ασφάλειας την επιταγή.

Δίγραμμη επιταγή: Μια επιταγή μπορεί από τον εκδότη της ή τον κομιστή της να καταστεί «δίγραμμη». Με την «διγράμμιση» η επιταγή μπορεί να πληρωθεί από την τράπεζα μόνο σε άλλη τράπεζα ή σε πελάτη της ίδιας τράπεζας. Έτσι, εμποδίζεται η είσπραξη του ποσού της επιταγής από άγνωστο πρόσωπο, αφού επί δίγραμμης επιταγής η πληρωμή γίνεται σε ορισμένο πρόσωπο και όχι σε οποιονδήποτε κομιστή, όπως η κοινή επιταγή.

Η δίγραμμη επιταγή διακρίνεται στην όψη από την κοινή, διότι στην μπροστινή της πλευρά εμφανίζει δύο παράλληλες γραμμές, οι οποίες μπορούν να τεθούν είτε από τον εκδότη, είτε και από τον κομιστή της επιταγής. Η «διγράμμιση» είναι γενική, όταν μέσα στις δύο παράλληλες γραμμές δεν σημειώνεται τίποτε ή αναγράφεται απλά η λέξη «τραπεζίτης», οπότε η δίγραμμη επιταγή πληρώνεται από την πληρώτρια τράπεζα μόνο σε άλλη τράπεζα ή σε πελάτη της. Στην ειδική «διγράμμιση», μέσα στις δύο παράλληλες γραμμές σημειώνεται το όνομα συγκεκριμένης τράπεζα, οπότε η πληρωμή μπορεί να γίνει μόνο σε αυτήν ή , αν η επωνυμία της αναγραφόμενης τράπεζας συμπίπτει με την πληρώτρια τράπεζα, μόνο σε πελάτη αυτής.

Επισημαίνεται ότι επί επιταγής με γενική «διγράμμιση», αν αυτή δεν πληρωθεί σε άλλη τράπεζα ή σε πελάτη της πληρώτριας τράπεζας, δεν επέρχεται ακυρότητα της επιταγής, αλλά μόνο γεννάται υποχρέωση της τράπεζας που την πληρώσει προς αποζημίωση, εφόσον προκλήθηκε ζημία. Κατά τα λοιπά η δίγραμμη επιταγή κυκλοφορεί όπως η κοινή επιταγή, δηλαδή δεν απαιτείται για τη μεταβίβασή της η τήρηση οποιασδήποτε άλλης ειδικής διατυπώσεως. Δηλαδή η ευρεία πεποίθηση ότι με η δίγραμμη επιταγή δεν μεταβιβάζεται με οπισθογράφηση δεν είναι ορθή. Για να μην μπορεί να μεταβιβασθεί δια οπισθογραφήσεως μια επιταγή, όπως και όλα τα αξιόγραφα, πρέπει να φέρουν ρήτρα «ουχί εις διαταγήν» («όχι σε διαταγή), που μπορεί να τεθεί χειρόγραφα ή με σφραγίδα ευκρινώς οπουδήποτε επί της μπροστινής της όψης.

Λευκή επιταγή: Παρόλο που ο Νόμος δεν αναγνωρίζει τη λευκή επιταγή είναι δυνατή η μεταγενέστερη συμπλήρωση στοιχείων εάν κάτι τέτοιο έχει συμφωνηθεί μεταξύ του κομιστή και του εκδότη. Τυχόν ένσταση αντισυμβατικής συμπλήρωσης μπορεί να γίνει δεκτή υπό την προϋπόθεση ότι η επιταγή αποκτήθηκε με κακή πίστη ή δια βαρέως πταίσματος.

 

Δικαστική προστασία σε περίπτωση ακάλυπτης επιταγής

1) Ποινική Ευθύνη

Το ποινικό αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής διώκεται με έγκληση σε προθεσμία τριών μηνών από τη γνώση της πράξης από τον κομιστή της επιταγής. Αναλυτικότερα, ο κομιστής της επιταγής, ενδιάμεσος ή και τελευταίος, μπορεί να υποβάλλει κατά του εκδότη της έγκληση στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών εντός σύντομης προθεσμίας (τριών μηνών) από τη σφράγισή της. Με την έγκληση, δεν επιδιώκεται η είσπραξη του ποσού της επιταγής, αλλά η ποινική τιμωρία του εκδότη της.

Ανάκληση

Ανάκληση είναι το δικαίωμα του εκδότη να ζητήσει από την πληρώτρια τράπεζα, στην οποία τηρεί το λογαριασμό του, να μην πληρώσει τη συγκεκριμένη επιταγή, όταν αυτή εμφανιστεί για πληρωμή. Στην περίπτωση ανάκλησης τα κεφάλαια καθίστανται μη διαθέσιμα ακόμα και να είναι επαρκή, το αξιόποινο δεν επηρεάζεται από την τυχόν ελαττωματικότητα της αιτίας και η ποινική ευθύνη παραμένει.

 

2) Αστική Ευθύνη

Ο δικαιούχος αξίωσης ακαλύπτου επιταγής μπορεί να διεκδικήσει την ικανοποίησή του:

Α) Υποβάλλοντας αίτηση για έκδοση διαταγής προς πληρωμή

Β) Ασκώντας αγωγή αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας

Γ) Ασκώντας αγωγή αδικαιολογήτου πλουτισμού.

Διαταγή Πληρωμής και Ένδικα Μέσα Η Διαταγή Πληρωμής κατατίθεται στο Ειρηνοδικείο για ποσά έως 20.000 ευρώ και στο Μονομελές Πρωτοδικείο για ποσά άνω των 20.000 ευρώ.

Πρόκειται για την ταχύτερη διαδικασία που προβλέπει ο Νόμος βάσει της οποίας εκδίδεται εκτελεστός τίτλος (απόγραφο) που πρέπει να επιδοθεί μέσα σε προθεσμία 2 μηνών από την έκδοση της διαταγής πληρωμής. Εάν η επίδοση δεν γίνει μέσα στη σχετική προθεσμία η διαταγή πληρωμής παύει να ισχύει.

Εάν δεν ασκηθεί κανένα ένδικο μέσο κατά της διαταγής πληρωμής ακολουθεί και δεύτερη επίδοση και εάν πάλι δεν ασκηθεί κανένα ένδικο μέσο η διαταγή πληρωμής αποκτά δύναμη δεδικασμένου και μπορεί να προσβληθεί μόνο με αναψηλάφηση.

Εάν πάλι δεν ασκηθεί κανένα ένδικο μέσο ή ασκηθεί όπως εξηγείται παρακάτω και δεν ευδοκιμήσει, ο δανειστής προχωρά σε αναγκαστική εκτέλεση, δηλαδή προχωρά σε κατάσχεση της κινητής ή/και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη και ακολούθως επισπεύδει πλειστηριασμό.

Άσκηση Ανακοπής και κατάθεση Αίτησης Αναστολής κατά της Διαταγής Πληρωμής

Προσοχή: Η άσκηση της Ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεσή της διαταγής πληρωμής. Προβλέπεται όμως και η Αναστολή Εκτέλεσης (ασφαλιστικά μέτρα) που μπορεί να χορηγηθεί από το δικαστήριο που εξέδωσε τη διαταγή πληρωμής σε περίπτωση που πιθανολογείται ευδοκίμηση της Ανακοπής

Αν ο οφειλέτης δεν ασκήσει εμπρόθεσμα ανακοπή, εκείνος υπέρ του οποίου έχει εκδοθεί η διαταγή πληρωμής μπορεί να επιδώσει πάλι την διαταγή πληρωμής στον οφειλέτη, ο οποίος έχει δικαίωμα να ασκήσει ανακοπή μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από τη νέα επίδοση. Στην περίπτωση αυτή δεν χορηγείται η αναστολή εκτέλεσης.

Αν περάσει άπρακτη και η δεύτερη προθεσμία (των 10 εργάσιμων ημερών) η διαταγή πληρωμής αποκτά ισχύ δεδικασμένου και είναι δυνατό να προσβληθεί μόνο με αναψηλάφηση.

 

Ένδικα Μέσα κατά της επί Ανακοπής Αποφάσεως Κατά της επί Ανακοπής Αποφάσεως που δέχεται ή απορρίπτει την Ανακοπή, ασκείται Έφεση προ πάσης επιδόσεως ή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της Αποφάσεως.

 

Τειρεσίας Εγγραφή μετά τη σφράγιση της επιταγής από την Τράπεζα σε διάστημα που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες. Συμπέρασμα: Από τη σφράγιση της επιταγής έως την επίσπευση πλειστηριασμού και με την άσκηση ενδίκων μέσων (ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, ανακοπή κατά της επιταγής προς εκτέλεση, ανακοπή κατά της κατασχετήριας έκθεσης) έως την επίσπευση πλειστηριασμού είναι δυνατόν να περάσει χρονικό διάστημα που υπερβαίνει το έτος.

Συναλλαγματική

Η συναλλαγματική χρησιμοποιείται στις συναλλαγές ως μέσο πίστωσης. Συναλλαγματική είναι το αξιόγραφο που προβλέπεται από το νόμο και χαρακτηρίζεται ρητά ως συναλλαγματική και με το οποίο δίνει ένα πρόσωπο χρονολογημένη και σαφή εντολή πληρωμής ορισμένου ποσού σε ορισμένο δικαιούχο και σε ορισμένο τόπο και χρόνο.

Η συναλλαγματική περιέχει εντολή πληρωμής και ως εκ τούτου αποτελεί τριτοπρόσωπη σχέση. Δεν αποκλείεται σε μία συναλλαγματική, εκτός από τα τρία βασικά πρόσωπα, να εμφανίζονται και άλλα, όπως π.χ. οπισθογράφοι και εγγυητές. Μία συναλλαγματική όμως μπορεί να εμφανιστεί και με λιγότερα πρόσωπα, καθώς ο νόμος επιτρέπει ο εκδότης της συναλλαγματικής να είναι και λήπτης αλλά και πληρωτής. Δικαιούχος της συναλλαγματικής είναι συνήθως ο εκδότης της, μπορεί ωστόσο να είναι και κάποιο άλλο πρόσωπο.

Ο αποδέκτης μιας συναλλαγματικής δεσμεύεται από την αποδοχή της και υποχρεούται να καταβάλει το ποσό της συναλλαγματικής στον δικαιούχο της κατά τη λήξη της, χωρίς να απαιτείται η συνδρομή οποιασδήποτε άλλης προϋπόθεσης.

Η μεταβίβαση της συναλλαγματικής γίνεται α) με εκχώρηση και β) με οπισθογράφηση.

 

Σύμφωνα με το α. 70 του Ν. 5325/1932 οι αξιώσεις κατά του αποδέκτη της συναλλαγματικής παραγράφονται μετά τρία χρόνια από τη χρονολογία λήξεως της συναλλαγματικής.

Οι αξιώσεις του κομιστή κατά των οπισθογράφων, του εκδότη και των τριτεγγυητών τους παραγράφονται μετά ένα έτος από τη χρονολογία λήξεως της συναλλαγματικής ή τη χρονολογία σύνταξης του διαμαρτυρικού. Τέλος, οι αξιώσεις των οπισθογράφων κατά των λοιπών οπισθογράφων ή του εκδότη και γενικότερα οι αξιώσεις κάθε υπόχρεου προς αναγωγή που πλήρωσε ή ενήχθη προς πληρωμή παραγράφονται μετά από έξι μήνες από την ημέρα κατά την οποία αυτός πλήρωσε ή ενήχθη προς πληρωμή.

Γραμμάτιο εις διαταγή

Γραμμάτιο εις διαταγή είναι το αξιόγραφο που χαρακτηρίζεται ρητά ως γραμμάτιο εις διαταγή, συντάσσεται κατά ορισμένο τύπο και με οποίο ένα πρόσωπο υπόσχεται να πληρώσει σε κάποιο άλλο ορισμένο χρηματικό ποσό, σε ορισμένο τόπο και χρόνο. Το γραμμάτιο εις διαταγή περιέχει υπόσχεση πληρωμής για την οποία απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη δύο προσώπων: του εκδότη του γραμματίου, ο οποίος υπόσχεται την πληρωμή και του λήπτη, προς τον οποίο απευθύνεται η υπόσχεση. Δεν αποκλείεται ωστόσο να εμφανίζονται και άλλα πρόσωπα στο γραμμάτιο, π.χ. οπισθογράφοι και τριτεγγυητές.

Προστασία του κομιστή αξιογράφου

Ο νόμος, λόγω της ιδιαιτερότητας των αξιογράφων, παρέχει πολλές δυνατότητες προστασίας στον κομιστή τους. Δίνεται η δυνατότητα στον νόμιμο κομιστή για την ικανοποίηση της απαιτήσεώς του:

α) Να ζητήσει την έκδοση διαταγή πληρωμής (α. 623 -634 Κπολ)

β) Να εγείρει αγωγή κατά την ειδική διαδικασία εκδικάσεως διαφορών από πιστωτικούς τίτλους (α. 635 – 646 ΚΠολΔ)

γ) Να εγείρει αγωγή κατά την τακτική διαδικασία.